Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπί-στροφος

См. также в других словарях:

  • ευεπίστροφος — εὐεπίστροφος, ον (Μ) 1. αυτός που μεταστρέφεται, που αλλάζει εύκολα άποψη 2. (για οικοδόμημα) με ωραίο κυκλικό σχήμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + επί στροφος (< επι στρέφω)] …   Dictionary of Greek

  • επίστροφος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Ιφίτου. Ο Όμηρος αναφέρει πως έλαβε μέρος με 40 πλοία των Φωκαέων στην εκστρατεία της Τροίας. 2. Γιος του Μακιστέα. Ήταν σύμμαχος των Τρώων, επικεφαλής των Αλιζώνων ή Αλαζώνων. 3. Γιος του Εύηνου, αδελφός… …   Dictionary of Greek

  • στρέφω — ΝΜΑ, και δωρ. τ. στράφω και αιολ. τ. στροφῶ, άω και δ. αν. στρόφω Α 1. (αμτβ.) μετακινούμαι επί τόπου αλλάζοντας μέτωπο ή καθώς κινούμαι αλλάζω κατεύθυνση (α. «έστρεψε λίγο αριστερά προκειμένου να τόν δει» β. «λίγο πιο κάτω έστριψε στον διπλανό… …   Dictionary of Greek

  • επιστροφάδην — ἐπιστροφάδην (Α) επίρρ. 1. εδώ κι εκεί, σε διάφορα σημεία 2. στρέφοντας το σώμα 3. με ζωηρότητα, με δύναμη. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + στροφάδην (< στροφός)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»