Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐπίπρασκον

См. также в других словарях:

  • ἐπίπρασκον — ἐπίπρᾱσκον , πιπράσκω export for sale imperf ind act 3rd pl (attic doric) ἐπίπρᾱσκον , πιπράσκω export for sale imperf ind act 1st sg (attic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ύπαρξη — η / ὕπαρξις, άρξεως, ΝΜΑ [ὑπάρχω] η κατάσταση τού υπαρκτού, το να υπάρχει κανείς, υπόσταση, οντότητα («ὕπαρξις ἢ ἀνυπαρξία», Σέξτ. Εμπ.) νεοελλ. 1. η ανθρώπινη ζωή 2. ο ίδιος ο άνθρωπος («είναι μια δυστυχισμένη ύπαρξη») 3. (φιλοσ.) α) το Είναι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»