Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἐκ-πτόμενος

См. также в других словарях:

  • ἀπορριπτόμενος — ἀπορρῑπτόμενος , ἀπορρίπτω throw away pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκριπτόμενος — ἐκρῑπτόμενος , ἐκρίπτω cast forth pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιρριπτόμενος — ἐπιρρῑπτόμενος , ἐπιρριπτέω throw oneself pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥιπτόμενος — ῥῑπτόμενος , ῥίπτω throw pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»