Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἐκμαραίνω

См. также в других словарях:

  • εκμαραίνω — ἐκμαραίνω (AM) μαραίνω εντελώς …   Dictionary of Greek

  • ἐκμαραίνει — ἐκμαραίνω make to fade pres ind mp 2nd sg ἐκμαραίνω make to fade pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκμαρανθεῖσαι — ἐκμαραίνω make to fade aor part pass fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκμαρανθείσης — ἐκμαραίνω make to fade aor part pass fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκμαρανθέν — ἐκμαραίνω make to fade aor part pass neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκμαραίνεται — ἐκμαραίνω make to fade pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκμαρᾶναι — ἐκμαραίνω make to fade aor inf act (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξεμαράνθη — ἐκμαραίνω make to fade aor ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μαραίνω — (AM μαραίνω) 1. κάνω ένα φυτό να χάσει τη θαλερότητα του, συντελώ στο να ξεραθεί ένα φυτό (α. «ο ήλιος μάς μάρανε τα λουλούδια» β. «ἐπὶ ἀνθέων τών μαραινομένων», Ερμογ.) 2. μτφ. κάνω κάποιον ή κάτι να χάσει τη ζωτικότητα και τη φρεσκάδα του,… …   Dictionary of Greek

  • ἐξεμάρανε — ἐξεμάρᾱνε , ἐκμαραίνω make to fade aor ind act 3rd sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»