Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἅρπαγος

См. также в других словарях:

  • Ἅρπαγος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἅρπαγος — ἅρπαξ robbing masc/fem gen sg ἅρπαγος hook masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άρπαγος — (6ος αι. π.Χ.).Μήδος στρατηγός, στον οποίο ο βασιλιάς Αστυάγης είχε αναθέσει να σκοτώσει τον νεογέννητο εγγονό του Κύρο Β’, γιο της κόρης του Μανδάνης και του βασιλιά των Περσών Καμβύση Α’. Ο Ά. δεν πραγματοποίησε την εντολή του βασιλιά και… …   Dictionary of Greek

  • Ἁρπάγοιν — Ἅρπαγος masc gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἁρπάγοις — Ἅρπαγος masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁρπάγοις — ἅρπαγος hook masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἁρπάγου — Ἅρπαγος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁρπάγου — ἅρπαγος hook masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἁρπάγων — Ἅρπαγος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἁρπάγῳ — Ἅρπαγος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁρπάγῳ — ἅρπαγος hook masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»