Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Ἀσπασία

См. также в других словарях:

  • Ἀσπασία — Ἀσπασίᾱ , Ἀσπασίη fem nom/voc/acc dual Ἀσπασίᾱ , Ἀσπασίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσπασία — ἀσπασίᾱ , ἀσπάσιος welcome fem nom/voc/acc dual ἀσπασίᾱ , ἀσπάσιος welcome fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσπασίᾳ — Ἀσπασίᾱͅ , Ἀσπασίη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσπασίᾳ — ἀσπασίᾱͅ , ἀσπάσιος welcome fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ασπασία — I (5ος αι. π.Χ.).Μιλήσια εταίρα, κόρη του Αξίοχου. Το 455 π.Χ. εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου άσκησε επίδραση στην πνευματική, καλλιτεχνική και πολιτική κίνηση της πόλης, χάρη στην ευφυΐα και τη μόρφωσή της, και δέχτηκε τους μεγαλύτερους επαίνους …   Dictionary of Greek

  • ἀσπάσια — ἀσπάσιος welcome neut nom/voc/acc pl ἀσπάσιος welcome neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μάνου, Ασπασία — (Αθήνα 1896 – Βενετία 1972). Μοργανατική σύζυγος του βασιλιά της Ελλάδας Αλέξανδρου (1917 20). Ήταν κόρη του Πέτρου Μάνου και ανιψιά του ποιητή και πολιτευτή Κωνσταντίνου Μάνου. Η Μ. παντρεύτηκε τον βασιλιά Αλέξανδρο το 1919, και από τον γάμο… …   Dictionary of Greek

  • Παπαθανασίου, Ασπασία — Ηθοποιός. Απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή στις αρχές της Κατοχής με τους θιάσους Μαρίκας Κοτοπούλη και Κατερίνας. Παράλληλα πήρε ενεργό μέρος στην Αντίσταση στις γραμμές του EAM και διετέλεσε… …   Dictionary of Greek

  • Ἀσπασίας — Ἀσπασίᾱς , Ἀσπασίη fem acc pl Ἀσπασίᾱς , Ἀσπασίη fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσπασίας — ἀσπασίᾱς , ἀσπάσιος welcome fem acc pl ἀσπασίᾱς , ἀσπάσιος welcome fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσπασίαι — Ἀσπασίᾱͅ , Ἀσπασίη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»