-
1 αργεστής
-
2 ἀργεστής
-
3 αργέστης
-
4 ἀργέστης
-
5 ἀργεστής
A clearing, brightening, epith. of the south wind, Il. 11.306, 21.334.II the north-west wind,ἀ. Ζέφυρος Hes.Th. 379
, 870, cf. Acus.15J.; Ἀργέστης, pr.n., Arist.Mete. 363b24, Thphr. Sign.35, D.S.1.39, Plu.Sert.8, AP9.42 (Jul.).III = ἀργής, white,ἀργέσταο λίπευς ἰσόμοιρον ἐλαίου Nic.Th. 592
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀργεστής
-
6 ἀργεστής
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἀργεστής
-
7 ἀργεστής
Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἀργεστής
-
8 αργέστας
ἀργέστᾱς, ἀργεστήςclearing: masc acc plἀργέστᾱς, ἀργεστήςclearing: masc nom sg (epic doric aeolic) -
9 ἀργέστας
ἀργέστᾱς, ἀργεστήςclearing: masc acc plἀργέστᾱς, ἀργεστήςclearing: masc nom sg (epic doric aeolic) -
10 αργεστάο
-
11 ἀργεστᾶο
-
12 αργεστήι
-
13 ἀργεστῆι
-
14 αργεστήσι
-
15 ἀργεστῇσι
-
16 αργεσταί
-
17 ἀργεσταί
-
18 αργεστού
-
19 ἀργεστοῦ
-
20 αργεστέω
См. также в других словарях:
αργεστής — ἀργεστής και Άργέστης, ο (Α) 1. αυτός που ξαστερώνει τον ουρανό (επίθ. του νότιου ανέμου) 2. ο λευκός 3. (κύρ. όν.) Αργέστης ο βορειοδυτικός άνεμος. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. *αργεσ το οποίο πρέπει να υπήρξε παράλληλα προς το θ. αργ τού αργός (Ι) και το… … Dictionary of Greek
ἀργεστής — clearing masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργέστης — ἀργεστής clearing masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργεσταί — ἀργεστής clearing masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργεστοῦ — ἀργεστής clearing masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργεστᾶο — ἀργεστής clearing masc gen sg (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργεστῇσι — ἀργεστής clearing masc dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργεστήν — ἀργεστής clearing masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργέστην — ἀργεστής clearing masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργέστου — ἀργεστής clearing masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργέστῃ — ἀργεστής clearing masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)