-
1 απροσδιονυσος
2досл. не имеющий отношения к дионисийским празднествам(ἑορτη Plut.)
; перен. ни с чем не вяжущийся, не имеющий отношения к делу(μηδ΄ ἄμουσος μηδ΄ ἀ. Plut.; διηγήσασθαι οὐκ ἀπροσδιόνυσόν τι Luc.)
См. также в других словарях:
απροσδιόνυσος — η, ο (Α ἀπροσδιόνυσος, ον) 1. ο άσχετος προς τη λατρεία του Διονύσου 2. ξένος και άσχετος προς κάτι, αταίριαστος … Dictionary of Greek
ἀπροσδιόνυσος — ἀπροσδιόνῡσος , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροσδιόνυσ' — ἀπροσδιόνῡσα , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus neut nom/voc/acc pl ἀπροσδιόνῡσε , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus masc/fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροσδιόνυσον — ἀπροσδιόνῡσον , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus masc/fem acc sg ἀπροσδιόνῡσον , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροσδιονύσους — ἀπροσδιονύ̱σους , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροσδιόνυσα — ἀπροσδιόνῡσα , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)