Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἀνθρωπόμιμος

См. также в других словарях:

  • ανθρωπομίμος — ἀνθρωπομίμος, ον (Α) αυτός που μιμείται τον άνθρωπο, που έχει τη μορφή ανθρώπου …   Dictionary of Greek

  • ἀνθρωπόμιμος — imitating men masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρωπόμιμοι — ἀνθρωπόμιμος imitating men masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • μίμος — Στη σύγχρονη ορολογία με τη λέξη μ. υποδηλώνεται ένα θεατρικό είδος, στο οποίο η σκηνική έκφραση στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις χειρονομίες, στη στάση και στην κίνηση του ανθρώπινου σώματος. Στην κλασική εποχή ο μ. ήταν μια ιδιαίτερη μορφή …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»