Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἀνθρίσκος

См. также в других словарях:

  • ανθρίσκος — Γένος φυτών τηςοικογένειας των σκιαδοφόρων. Περιλαμβάνει ετήσιες πόες και 13 είδη, από τα οποία τα τέσσερα είναι γνωστά στην Ελλάδα. Από αυτά, το κοινότερο είναι ο α.ο κηρόφυλλος,γνωστός με την ονομασία σκατζίκι στην Κεφαλονιά, όπου είναι… …   Dictionary of Greek

  • andher-, n̥dher- —     andher , n̥dher     English meaning: ‘stem, spike”     Deutsche Übersetzung: ‘spitze, Stengel”     Material: Nur griechisch: ἀθήρ “ an ear of corn “, ἀνθέριξ “ stalk point, stalk “, ἀνθέρικος “ Stalk, stem of a plant “, ἀνθερεών “ chin “ as “ …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»