Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

φιλοχρημοσύνη

См. также в других словарях:

  • φιλοχρημοσύνη — fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρημοσύνῃ — φιλοχρημοσύνη fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρημοσύνη — ἡ, Α [φιλοχρήμων, ονος] φιλοχρηματία …   Dictionary of Greek

  • φιλοχρημοσύνην — φιλοχρημοσύνη fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρημοσύνης — φιλοχρημοσύνη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρημοσύνα — φιλοχρημοσύνᾱ , φιλοχρημοσύνη fem nom/voc/acc dual φιλοχρημοσύνᾱ , φιλοχρημοσύνη fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»