-
1 τώρα
ἔραι, ἔραearth: fem nom /voc plἔρᾱͅ, ἔραearth: fem dat sg (attic doric aeolic)ὤρᾱͅ, ὤραcare: fem dat sg (attic doric aeolic) -
2 τὤρᾳ
ἔραι, ἔραearth: fem nom /voc plἔρᾱͅ, ἔραearth: fem dat sg (attic doric aeolic)ὤρᾱͅ, ὤραcare: fem dat sg (attic doric aeolic) -
3 τώρα
επίρρ.1) теперь, сейчас;ως τώρα — до сих пор;
από τώρα — а) с этих пор, отныне; — б) так рано;
τώρα μόλις — только что;
τώρα αμέσως — очень скоро, сейчас же;
τώρα αμέσως! — сию минуту!;
2) уже;δυό μήνες τώρα... — уже два месяца, как...;
τώρα κι' άλλη μιά φορά — уже давно;
3) только что;μέσα είναι ο Πέτρος;— — δχι, τώρα έφυγε — Петр здесь? — Нет, только что ушёл;
§ έλα τώρα! — это ты брось!, брось, пожалуйста!
-
4 τώρα
cегаГрчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > τώρα
-
5 τώρα
şimdi -
6 τώρα
maintenant -
7 τώρα
teraz przysł. -
8 τώρα
teď -
9 τώρα
1) currently2) nowΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > τώρα
-
10 Τώρα έφαγες το βόδι, θ'αφήσεις την ουρά;
• Сейчас, когда съел быка, неужели оставишь хвост?Источник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Τώρα έφαγες το βόδι, θ'αφήσεις την ουρά;
-
11 Τώρα που μπήκες στο χορό θα χορέψεις
• Назвался груздем – полезай в кузовИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Τώρα που μπήκες στο χορό θα χορέψεις
-
12 Άντρα θέλω, τώρα τόνε θέλω
• Вынь да положьИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Άντρα θέλω, τώρα τόνε θέλω
-
13 Όταν έπρεπε δε χιόνιζε και τώρα χαλαζώνει
• Не было ни гроша, да вдруг алтынИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Όταν έπρεπε δε χιόνιζε και τώρα χαλαζώνει
-
14 ακόμα (μέχρι τώρα)
cе уштеГрчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > ακόμα (μέχρι τώρα)
-
15 μέχρι τώρα
доcегаГрчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > μέχρι τώρα
-
16 maintenant
τώρα -
17 teď
τώρα -
18 now
τώρα -
19 teraz
τώρα -
20 şimdi
τώρα, σήμερα, νυν
См. также в других словарях:
τώρα — ΝΑ επίρρ. αυτή την ώρα, αυτή τη στιγμή («τώρα Μάγια, τώρα δροσιά, τώρ άνοιξη κι αηδόνια», δημ. τραγούδι) νεοελλ. 1. πριν ή μετά από λίγο («τώρα θα φύγω») 2. φρ. α) «από [τα] τώρα» από τόσο νωρίς β) «έως τώρα» μέχρι αυτήν την ώρα, μέχρι αυτήν τη… … Dictionary of Greek
τώρα — επίρρ. χρον. 1. αυτή την ώρα, αυτή τη στιγμή: Τώρα χτυπάει το κουδούνι. 2. ευθύς, αμέσως, χωρίς αναβολή: Τώρα θα σε κανονίσω. 3. μόλις πριν λίγο ή ύστερα από λίγο: Τώρα δε σε μάλωσα; – Τώρα θα φύγω … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τὤρᾳ — ἔραι , ἔρα earth fem nom/voc pl ἔρᾱͅ , ἔρα earth fem dat sg (attic doric aeolic) ὤρᾱͅ , ὤρα care fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
ήδη — (AM ἤδη) (χρον. επίρρ.) 1. (για γεγονότα άμεσου παρελθόντος) τώρα πια, πλέον, τώρα πλέον (α. «έχουμε ήδη μπει στον χειμώνα» β. «νὺξ ἤδη τελέθει», Ομ. Ιλ.) 2. (με αριθμ. που δηλώνουν χρόνο, και για κοντινό και για απώτερο παρελθόν) τώρα πλέον, από … Dictionary of Greek
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
νυν — (ΑΜ νῡν, Α και ως εγκλιτ. μόριο νυν, νυ) (χρον. επίρρ.) 1. τώρα, κατά τον παρόντα χρόνο, αυτή τη στιγμή ή αυτή την εποχή («πάλαι καὶ νῡν πανταχοῡ...μνημονευομένας», Ισοκρ.) 2. (ενάρθρως ως επίθ.) ο, η, το νυν ο παρών, ο σημερινός, ο τωρινός (α.… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek