-
1 τιμώμενος
τῑμώμενος, τιμάωhonour: pres part mp masc nom sgτιμόωpres part mp masc nom sg (doric aeolic) -
2 τιμώμενος
serefine tören yapılan -
3 τιμάω
τῑμάω (τιμᾷ; τιμῶν, -ῶντες: aor. (ἐ) τίμᾶσε(ν), ἐτίμᾶσαν; τιμάσαις: pf. τετίμᾶκεν: pass. τιμώμενος: aor. τιμώμενος: aor. τίμᾶθεν coni.: pf. τετίμᾶται)1 honourἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν O. 1.55
ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε πολέμου τιμώμενος O. 2.45
Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον τιμῶν τ' Ἀλφεὸν O. 5.18
τιμῶντες δ' ἀρετὰς ἐς φανερὰν ὁδὸν ἔρχονται O. 6.72
Ἀρκαδίαν τ' εὐάνορα τιμᾷ O. 6.80
συμποσίου τε χάριν κᾶδός τε τιμάσαις ἑόν O. 7.5
ἀλλ' ὦ Ζεῦ πάτερ, τίμα μὲν ὕμνου τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν O. 7.88
υἱὸν δ' Ἄκτορος ἐξόχως τίμασεν ἐποίκων O. 9.69
τιμάσαις πόρον Ἀλφεοῦ μετὰ δώδεκ' ἀνάκτων θεῶν O. 10.48
Παιάν τέ σοι τιμᾷ φάος P. 4.270
θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5
πόντου τε γέφυρ' ἀκάμαντος ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι Κρεοντίδαν τίμασε N. 6.41
ἀλλ' Ὅμηρός τοι τετίμακεν δἰ ἀνθρώπων (sc. Αἴαντα) I. 4.37 τετίματαί τε πρὸς ἀθανάτων φίλος (sc. Ἡρακλέης) I. 4.59Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα τιμᾷ τοῦτ' ἔπος I. 6.67
τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' ἀμφικτιόνεσσιν (Wil.: τιμαθέντας Π.) Παρθ. 2. 42. -
4 τέρπω
τέρπω, aor. ἔτερψα, pass. τέρπομαι, aor. ἐτάρφϑην, Od. 6, 99. 19, 213, u. ἐτέρφϑην, 8, 131, wie ἐτάρπ ην, ταρπῆναι u. ταρπήμεναι, Hom. oft, davon conj. τραπείω statt ταρπῶ, im plur. τραπείομεν, Il. 3, 441. 14, 314 Od. 8, 292, u. med. mit Reduplikation τεταρπόμην, τεταρπώμεσϑα u. s. w., häufig bei Hom., u. ἐτερψάμην, τερψάμενος Od. 12, 188, τέρψαιτο h. Apoll. 153, gew. aor. II. med. ἐταρπόμην, alle in derselben Bdtg; – sättigen, befriedigen, laben, erquicken, auch vergnügen, ergötzen; vom Sänger, ὅ κεν τέρπῃσιν ἀείδων, Od. 17, 385; πεσσοῖσι ϑυμὸν ἔτερπον, 1, 107; τῇ (φόρμιγγι) ὅγε ϑυμὸν ἔτερπεν, Il. 9, 189; καὶ τὸν ἔτερπε λόγοις, 15, 393, erheitern, trösten; τὰ τέρποντα, Soph. O. C. 1219; ῥήματα τέρψαντα, 1283; τοὐμὸν εἰ τέρψεις κέαρ, Trach. 1236; αἱ 'ρεταὶ τέρπουσι τοὺς ξυνευνέτας, Eur. Andr. 207; τέρψαι φρένα, Heracl. 663, u. öfter; ἥτις μοῦσα τοὺς βελτίστους τέρπει, Plat. Legg. II, 658 e; ἥλικα τέρπειν τὸν ἥλικα, sprichwörtlich, gleich u. gleich gesellt sich gern, Phaedr. 240 c. – Häufiger im pass. od. med. sich sättigen, reichlich, bis zur Befriedigung genießen, τινός, ἐπεὶ τάρπημεν ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος, Il. 11, 780; τεταρπόμενος φίλον ἦτορ σίτου καὶ οἴνοιο, 9, 705, vgl. Od. 6, 99; ἐδωδῆς, 3, 70. 201; ὕπνου ταρπήμεναι, Il. 24, 3; εὐνῆς, Od. 23, 346; φιλότητος, 23, 300; ἥβης ταρπῆναι, der Jugend genießen, 23, 212; auch γόοιο, sich der Wehklage ersättigen, sich satt klagen, Il. 23, 10. 98. 24, 513 Od. 11, 212 u. öfter; übh. sich erfreuen, vergnügen, sich erquicken, τινί, woran, wie φόρμιγγι, μύϑοισιν, αὐδῇ, δαιτί, δίσκοισιν, γόῳ u. dgl.; auch ἐν ϑαλίῃς, 11, 603; Hes. O. 119; selten c. acc., οἴην μοῖραν τέρπεσϑαι, einen Theil genießen, frg. 56, 6; τέρπεσϑαι ὄνησιν, Eur. Med. 1041; Hom. setzt als bes. Bestimmungen hinzu : τέρπεσϑαι ϑυμῷ, Il. 19, 313 Od. 16, 26. 21, 105; ϑυμόν, Il. 21, 45, wie φρένα, 1, 474 Od. 4, 102. 8, 131 u. öfter; φρεσὶν ᾗσιν, Il. 19, 19 Od. 5, 74; ἐνὶ φρεσίν, 8, 368; τεταρπόμενος φίλον κῆρ, 1, 310; κατὰ ϑυμόν, Hes. O. 58. 360; ἀπάταισι ϑυμὸν τέρπεται, Pind. P. 2, 74; Tragg. λαμπάδι τερπόμεναι, Aesch. Eum. 994; τέρπεσϑαι δόμῳ, Soph. Phil. 458; τέκνοις τερφϑεὶς τοῖςδε, Soph. O. C. 1142; τιμαῖς, Eur. Alc. 54; oft auch mit partic., τέρπεται τιμώμενος, Bacch. 321 Phoen. 917 Andr. 1181; in Prosa: πῖνε καὶ τέρπου, Her. 2, 78; ταύταις ταῖς ἡδοναῖς τερπόμενος, Plat. Phil. 47 b; σκοπῶν, τί ἂν ἰδὼν ἢ τί ἀκούσας τερφϑείης, Xen. Mem. 2, 1, 24; Sp.
-
5 τῑμάω
τῑμάω, fut. pass. ist gew, τιμήσομαι, H. h. Apoll. 485 Soph. Ant. 210 Thuc. 2, 87 und sonst, vgl. Piers. Moer. 367, seltener ist τιμηϑήσομαι, Thuc. 6, 80 und Dem. 19, 223; Xen. Cyr. 8, 7, 15 ist das einzige Beispiel, wo τιμήσομαι akt. Bdtg hat, wenn da nicht zu ändern ist; – 1) werth achten, schätzen, ehren, ehrerbietig behandeln; Hom.; von der Ehrerbietung der Menschen gegen die Götter, Eltern, Vornehmen oder gegen Andere, gegen welche ein Pflichtverhältniß stattfindet: οἵ κέ ἑ δωτίνῃσι ϑεὸν ἃς τιμήσουσιν, Il. 9, 155; Od. 5, 36; oft auch med., οἳ δή μιν πέρι κῆρι ϑεὸν ἃς τιμήσαντο Od. 19, 280, τὸν ξεῖνον ἐτιμήσασϑ' ἐνὶ οἴκῳ 20, 129; u. pass., τίη δὴ νῶϊ τετιμήμεσϑα μάλιστα ἕδρῃ τε κρέασίν τε Il. 12, 310, warum sind wir durch einen Ehrenplatz u. s. w. geehrt, σκήπτρῳ μέν τοι δῶκε τετιμῆσϑαι περὶ πάντων 9, 38; – auch von dem Benehmen der Eltern gegen die Kinder, lieb u. werth halten, Od. 14, 203. 15, 365, Hes. Th. 532; und der Götter gegen die Menschen, welche sie ehren, oder denen sie Ehre bei andern Menschen verleihen: ἔτι καὶ νῦν ἀϑάνατοι τιμῶσι παλαιοτέρους ἀνϑρώπους, Il. 23, 788; Ζεύς μιν τίμα καὶ κύδαινε, 15, 612, vgl. 17, 99; Od. 3, 379; Hes. Th. 81 Sc. 104; – τιμῆς τετιμῆσϑαι, einer Ehre werth gehalten werden, Il. 23, 649. – So auch Pind. und Tragg.: ἐξόχως τίμασεν, Ol. 9, 69; τετίμαται φίλος, I. 3, 77; ἐν μάχαις τιμώμενος, Ol. 2, 45; δαιμόνων τιμᾶν γένος, Aesch. Spt. 218; ἀλλ' ὃν πόλις στυγεῖ, σὺ τιμήσεις τάφῳ, 1037; öfter pass., χάρις τιμήσεται Διός, Ag. 567; ἢ τοὺς κακοὺς τιμῶντας εἰςορᾷς ϑεούς; Soph. Ant. 288; τὸν φίλον τιμῶσιν ἐξ ἴσου πατρί; 640; ὦ γῆς μέγιστα τιμώμενοι, O. R. 1223; ὅςτις τιμᾷ μητέρα, Eur. Or. 1606; τί τὴν τυραννίδα τιμᾷς ὑπέρφευ; Phoen. 550, u. öfter; u. in Prosa überall: πᾶς τιμάτω τοὺς αὑτοῦ γεννήτορας, Plat. Legg. XI, 932 a; Ggstz ἀτιμάζω, Phaed. 64 d; τιμῶν καὶ σεβόμενος, Legg. V, 729 c; ὡς τιμήσων τε καὶ ὀργιάσων, Phaedr. 252 d. – Durch ein Ehrengeschenk auszeichnen oder belohnen. Dem. oft; vgl. Wolf Lpt. 233; δώροις καὶ τιμαῖς πρεπούσαις τιμηϑείς, Plat. Legg. XII, 933 d; τιμᾶν καὶ κοσμεῖν, Xen. Cyr. 1, 3, 3. – Von Sachen, schätzen, werth halten; H. h. 24, 6; τίμα ὕμνου τεϑμόν, Pind. Ol. 7, 88; u. in Prosa, μαϑήματα τιμῶν, Plat. Rep. IX, 591 c. – 2) schätzen, abschätzen, den Werth bestimmen, taxiren; ἐτιμήσαντο τὰς οἰκίας, Pol. 2, 62, 7; Dem. ὅτι αὐτῆς εἴη ἐντῇ προικὶ τετιμημένα, in der Mitgift anstatt baares Geldes angeschlagen, 47, 57; c. gen., wie hoch, D. Sic. 12, 28; πλοῖα τετιμημένα χρημάτων, Thuc. 4, 26; auch im med., πολλοῠ τιμᾶσϑαι, hoch schätzen, Her. 3, 154; πρὸ παντὸς ἂν ἐτιμήσασϑε, Thuc. 3, 40, πολλοῦ τιμῶμαι τὴν παρὰ σοὶ κατάκλισιν, Plat. Conv. 174 d; οὐ πρό γε τῆς ἀληϑείας τιμητέος ἀνήρ, Rep. X, 595 e. – Vom Census des Vermögens, τετιμῆσϑαι ἕκαστον τὴν οὐσίαν χρεών, Plat. Legg. XII, 955 d; ὑπὸ τὰς τετρακοσίας δραχμὰς τετιμημένοι, Pol. 6, 19, 2; μείζονος τιμᾶσϑαι, höher schätzen, Xen. Cyr. 2, 1, 13. – Vom Richter gebraucht, der den Angeklagten einer Buße werth schätzt und diese bestimmt, eine Geldstrafe bestimmen, dazu verurtheilen; τιμάτω τὸ δικαστήριον, ὅ τι ἂν δέῃ πάσχειν ἢ ἀποτίνειν τὸν ἡττηϑέντα, Plat. Legg. VIII, 843 b; τὴν ἀξίαν τῆς βλάβης, IX, 879 b; τινί τινος oder τινά τινος, εἰ μὴ τοσούτου βούλεσϑέ μοι τιμῆσαι, Plat. Apol. 38 b, vgl. 37 c; Legg. IX, 880 c; pass. mit doppeltem gen, ἀργυρίου τιμηϑῆναι τῆς ὕβρεως, an Geld gestraft werden wegen thätlicher Mißhandlungen, Dem. 21, 47; τιμηϑῆναι ϑανάτου, 24, 103, vgl. 63, u. sonst; καταψηφίσασϑαι καὶ τιμᾶν αὐτῷ τῶν ἐσχάτων, Dem. 21, 102; Sp., οὐκ ἀπέκτεινε μὲν αὐτοὺς καίπερ καὶ τούτου τινῶν αὐτοῖς τιμησάντων, D. Cass. 44, 10; τιμᾶν περί τινος, über Einen richterlich erkennen, Dem. 21, 47; τὴν μακρὰν τιμᾶν τινι, Einen durch den langen Strich auf der Stimmtafel verurtheilen, Ar. Vesp. 106. – Med. in Strafe antragen, τιμᾶσϑαί τινι τὴν δίκην δεσμοῠ, ἀργυρίου, ϑανάτου, τῶν ἐσχάτων, bei der Klage auf Gefängnißstrafe, Geldstrafe, Todesstrafe gegen den Beklagten antragen, Plat. Apol. 36 b Gorg. 486 b Crit. 52 c; auch mit dem bloßen gen., τετιμημένος ἑαυτῷ ϑανάτου, Din. 1, 1; ἐτιμήσατο ὁ πάππ ος διακοσίων ταλάντων, Lys. 19, 48; τιμᾶσϑαί τινα, gegen Einen einen Strafantrag stellen, Plat. Legg. XII, 954 b; auch vom Verklagten, τούτου τιμῶμαι, ἐν πρυτανείῳ σιτήσεως, Apol. 37 a; Dem. συνεχώρουν ὅσουπερ αὐτοὶ ἐτιμῶντο, 53, 18; ἐγὼ πάσχειν ὁτιοῦν τιμῶμαι, 8, 24.
-
6 ἀγοραῖος
ἀγοραῖος, αία, αῐον, Plut., Herodian, wie Pollux 7, 6. Auch ἡ ἀγοραῖος (ἀγορά), den Markt betreffend: a) ϑεοὶ ἀγοραῖοι, Aesch. Ag. 90 ch., entgegengesetzt den οὐράνιοι, die auf dem Markt verkehrten; aber auch die den Versammlungen Vorstehenden, wie Θέμις ἀγοραία von Hes. ἐκκλησιαστική erkl. wird, mit Hinblick auf Od. 2, 69. Ebenso stellt Poll. 1, 24 ϑεοὶ φράτριοι, ἀγοραῖοι, ἐπικάρπιοι, στράτιοι zusammen. Bes. heißt so Ζεύς, wobei nach alten Erkl. mehr an die Versammlungen zu denken ( ἐν ἐκκλησίαις καὶ δίκαις δίκην διδοὺς ἀγοραῖος κέκληται), Aesch. Eum. 931; Διὸς ἀγοραίου ἱκέται ὄντες Eur. Heracl. 70; Her. 5, 46; Aristoph. Equitt. 408. 498; Theophr. bei Stob. flor. 44, 22; Plut. de gen. Socr., wo ihm Μοῠσαι hinzugefügt sind; vgl. Paus. 3, 11, 8. 5, 15, 3. So Ἑρμῆς, wo an den Handel zu denken, Cornut. de N. D., ἐπίσκοπος γὰρ τῶν ἀγοραζόντων; Aristoph. Equitt. 297; Luc. Jup. Trag. 33; cf. Paus. 1, 15, 2. 9, 7. 9, 17, 1. Einzeln kommen bei Paus. vor: Ἄρτεμις 5, 15, 3 (ἀγοραία), Ἀϑηνᾶ 3, 11, 8. – b) ἄνϑρωποι ἀγοραῖοι, auf dem Markt verkehrende M., VLL. οἱ ἐν ἀγορᾷ καταστρεφόμενοι, zunächst Krämer, mitden κάπηλοι, den Kaufleuten, ἔμπο-ροι, entgegengesetzt, Xen. Lac. 3, 13; Her. 1, 93 verb. sie mit χειρώνακτες, 2, 141 mit κάπηλοι und χειρ. Allgemeiner Arist. Pol. IV, 3 τὸ ἀγοραῖον (γένος) τὸ περὶ πράσεις καὶ τὰς ἐμπορίας καὶ καπηλείας διατρῖβον; IV, 4 init. kürzer τὸ περὶ ὠνὴν καὶ πρᾶσιν; VI, 2 stellt er βάναυσοι u. τὸ ϑητικόν mit ἀγ. ἄνϑρωποι zusammen; Oec. II sind τέλη ἀγοραῖα Waarenzölle. – c) Nach B. A. 339 (ἀγοραῖος νοῦς ὁ πάνυ εὐτελὴ, καὶ συρφετώδης οὐδὲ πεφροντισμένος, οἱγὰρ ἀγς ἄνϑρωποι ἀμαϑεῖς καὶ ἀπαίδευτοι) nahm das Wort die Bdtg gem ein, schlechtan; Ar. Equ. 214, von einem zu einem Demagogen befähigten Menschen, γέγονας κακός, ἀγοραῖος εἶ, du bist ein Mann des Markts; Ran. 1075 πανοῦργος καὶ ἀγ., ein Pflastertreter; Plat. Prot. 347 e ἀγ. καὶ φαῦλοι; Theophr. Char. 6 τῷ ἤϑει ἀγ. gemein von Charakter. Uebrtr. σκώμματα, gemeine. Witze, Arist. Pax 750; ἀγοραῖα τεκμήρια Aeschin. 1, 125, wie Arist. Eth. N. VIII, 13, 6 ἀγοραία φιλία der ἰλευϑεριωτέρα entgegensetzt, und Luc. Histor. conscr. 44 ὀνόματα ἀγ, καὶ καπηλικά, Plut. Symp. 1, 1 λόγος βάναυσος καὶ ἀγ. zusammenstellt; ὀψάρια ἀγοραῖα Diphil. Ath. VII, 292 b. Sp. auch im guten Sinne, Plut. Pericl. 11 ἀγ. καὶ πολιτικός, der in der Volksversammlung herrschende; vgl. Symp. 7, 7; aber de vit. pud. 8 ist ἀνὴρ ἀγ. ein gewandter Advocat. – d) B. A. 330 ἀγοραίαν δίκην, τὴν δικαιολογίαν deutet an, daß es auch von Processen gebraucht wurde. So Her. ἀγοραῖος διαφορά 7, 9, διοίκησις 6, 2; Plut. χρεία ἀγ. Lyc. 25. – Ben comparat. ἀγοραιότεροι hat Ptol. Euerg. bei Ath. X, 438 f. Nach Ammon. machte man den Unterschied, daß ἀγόραιος ὁ πονηρός, ὁ ἐν ἀγορᾷ τεϑραμμένος (c), ἀγοραῖος ὁ ἐν τῇ ἀγορᾷ τιμώμενος (a), was, zu eng, auch auf (b) auszudehnen ware. – Adv., ἀγοραίως λέγειν Dionys. C. V. 10, 11, pöbelhaft reden; oder advokatenmäßig, Plut. C. Graech. 4 Ant. 24.
-
7 ἶσον
ἶσον [so Hom. stets mit langem ι, neben ἐῗσος, welches man nachsehe, gew. auch die späteren Epiker; ἴσος mit kurzem ι zuerst Hes. O. 754, l. d., Theogn. 678, u. stets bei den Attikern u. Pind.; die späteren alexandrinischen Dichter brauchen nach Versbedürfniß ι lang u. kurz, ἴσον κάτω ἶσον ἄνωϑεν Theocr. 8, 19; so auch in den compp., s. bes. ἰσόϑεος], – gleich; zunächst auf die Quantität gehend, dem Maaße, der Zahl nach ( ἴσους ἀριϑμόν Eur. Suppl. 662, ἴσα τὸν ἀριϑμόν Plat. Rep. IV, 441 c, gew. ohne diesen Zusatz), dann übh. gleich an Stärke, an Beschaffenheit, Hom. u. Folgde; gew. τινί, δαίμονι ἶσος, Il. 5, 438 u. oft, u. in anderen Vergleichungen; οὔτε μεῖον οὔτ' ἴσον Aesch. Spt.337; ἀρίϑμημα Eum. 723; οὐ γὰρ γένοιτ' ἂν εἷς γε τοῖς πολλοῖς ἴσος Soph. O. R. 845; λοχαγοὶ ταχϑέντες ἴσοι πρὸς ἴσους Ant. 142; ἴσας ψήφους I. T. 965, u. oft von der Stimmengleichheit, auch ohne ψῆφος, Ar. Ran. 685 Plat. Legg. VII, 946 a; ἴσον χρόνον, gleiche Zeit, Soph. Phil. 784. 1101; ἀντὶ τῶν εἰρημένων ἴσ' ἀντάκουσον O. R. 544; oft ἴσα ἀντὶ ἴσων λαμβάνειν, ἀποδοῦναι, Plat. Legg. VI, 774 c; ἴσος τὸ πλάτος καὶ τὸ μῆκος Xen. An. 5, 4, 32, so dick wie lang; ἴσας ναῦς, gleich viel Schiffe, Hell. 1, 6, 29; – ἶσον ϑυμὸν ἔχειν, gleichen Sinn haben, eines Sinnes sein, Il. 13, 704. 17, 720; ἶσον φρονεῖν τινι, 5, 441. 15, 50; – ἴση μοῖρα, gleicher Antheil, gleich zugetheilt, Il. 9, 318 Od. 20, 282; auch ἴση allein, ohne μοῖρα, Il. 11, 705. 12, 423 Od. 9, 42 (vgl. oben ἐῗσος); ἴσον μέρος, Ar. Plut. 225 u. A.; ἴσον ἴσῳ κεκραμένος, sc. οἶνος ὕδατι, Wein u. Wasser zu gleichen Theilen gemischt, comic. bei Ath. X, 426 b XI, 473 c; κύλιξ ἴσον ἴσῳ κεκραμένη Ar. Plut. 1133; οὐ μόνον ἴσον, ἀλλὰ καὶ πλέον ἔχοντες ἀπέρχεσϑε Isocr. 17, 57; τῶν ϑεῶν τὰ ἴσα νεμόντων Her. 6, 11. 109; τῶν ἴσων μετέχειν τινί, eben so viel bekommen wie ein Anderer, gleiche Vorzüge genießen, u. ἴσων τυγχάνειν, dem πλεονεκτεῖν entgeggstzt, Xen. Cyr. 2, 2, 20; εἰς τὸ ἴσον ἀφικέσϑαι τινὶ τῇ ἱππικῇ, es in der Reitkunst eben so weit gebracht haben wie ein Anderer, ibd. 1, 4, 5; – μηδὲ κασιγνήτῳ ἶσον ποιεῖσϑαι ἑταῖρον, den Freund nicht gleich achten, Hes. O. 705. – Bei den Attikern bes. von der Gleichheit der Rechte unter den Bürgern eines Freistaates, wie Xen. die athenische Demokratie bezeichnet als πολιτεία ἐν τοῖς ἴσοις καὶ ὁμοίοις, Hell. 7, 1, 45; ähnlich ὡς δέον ἐπὶ τοῖς ἴσοις καὶ ὁμοίοις τὴν συμμαχίαν εἶναι 7, 1, 1; u. so ἐπὶ τῇ ἴσῃ καὶ ὁμοίᾳ, Thuc. 1, 27. 145; συμμάχους ἐπ' ἴσῃ τε καὶ ὁμοίῃ ποιήσασϑαι, unter ganz gleichen Rechten, Her. 9, 7; auch umgekehrt, ἐν τοῖς ὁμοίοις καὶ ἴσοις, 6, 52, 3; Arist. pol. 3, 11, 10; οὐ μέτεστι τῶν ἴσων οὐδὲ τῶν ὁμοίων πρὸς τοὺς πλουσίους τοῖς πολλοῖς ἡμῶν Dem. 21, 112, die große Masse hat nicht gleiche Rechte mit den Reichen; τῆς ἴσης μετέχειν, Thuc. 4, 105, sc. πολιτείας. – Billig, gerecht, ἀνήρ Soph. Phil. 685, δικαστής Plat. Legg. VII, 957 c; κριταὶ ἴσοι καὶ δίκαιοι Pol. 25, 5, 3, eigtl. die beide Parteien auf gleiche Weise anhören; πῶς ἐστι τοῦτ' ἴσον ἢ δίκαιον Dem. 12, 9 (Philp. ep.); ἐκ ποίας γὰρ ἴσης ἢ δικαίας προφάσεως 18, 284; ἴση καὶ ἔννομος πολιτεία Aesch. 1, 5. – Vom Orte, gleich, eben, flach, καταβαίνειν εἰς τὸ ἴσον ἡμῖν Xen. An. 4, 6, 18, auf einen Ort, wo wir so stehen wie sie, wo wir mit gleichen Kräften kämpfen können; aber ἐν ἴσῳ καὶ βραδέως προςιέναι, An. 1, 8, 11, heißt in gleichem Schritte, in gleicher Linie anrücken, so daß die Fronte gerade bleibt, vgl. Cyr. 7, 1, 4. – Von Constructionen bemerke man außer dem dat., der oft mit großer Kürze gebraucht wird, οὐ μέν σοι ποτε ἶσον ἔχω γέρας, = τῷ σῷ γέραϊ ἶσον, Hom. öfter, κόμαι Χαρίτεσσιν ὁμοῖαι, dem Haare der Chariten gleich, Il. 17, 51, Λοκροῖς ἴσας ἄγων ναῠς, eben so viel Schiffe wie die Lokrer, Eur. I. A. 262; auch in Prosa nicht selten, vgl. Schäf. Melet. p. 57. 134 zu D. Hal. C. V. p. 170 (der genit., von Thom. Mag. 269, 15 bemerkt, ist zw.), – noch folgde: mit καί; νόμος τοῖς τ' ἐλευϑέροις ἴσος καὶ τοῖσι δούλοις κεῖται Eur. Hec. 291; ὅτῳ γε νοῦς ἴσος καὶ σοὶ πάρα Soph. O. C. 814, vgl. 255; O. R. 612; Thuc. 2, 60. 4, 65; ἴσα καὶ ἱκέται ἐσμέν 3, 14; – mit ὡ ς; ἴσον γάρ σ' ὡς τεκοῦσ' ἀσπάζομαι Eur. Ion 1362; – mit ὥςπερ; οὐκ ἴσον καμὼν ἐμοὶ ὥςπερ ἡ τίκτουσ' ἐγώ Soph. El. 522, wie Lys. τὰ ἐκεῖ ὅμως σφίσιν εἶναι ἴσα ὥςπερ καὶ τὰ ἐνϑάδε 19, 36; – ὅσος περ u. ä.; ἐμοὶ δ' ἴσον μὲν τῆςδε τῆς χώρας μέτα ὅσον περ ὑμῖν Ar. Eccl. 175; vgl. Dem. 23, 44; Plat. Eryx. 405 b; – ἴσον ἅτε, Eur. Herc. Fur. 667; ἴσα ἐργάζεται οἱα καὶ ἔδρασας Luc. D. D. 1, 2. – Adverbial werden von Hom. an gebraucht ἴσον u. ἴσα; ἴσον Κηρί, gleich wie der Tod, Il. 3, 454; ἶσον ἐμοὶ βασίλευε, herrsche wie ich, zum gleichen Theile mir, 9, 616; ἶσα 3, 71. 15, 439 Od. 1, 432. 11, 304; ἴσον ἀπέχειν, Her. 8, 132; auch bei Attikern sehr geläufig, ἔοικα κἀγὼ τοῖς ἀφιγμένοις ἴσα ἐποικτείρειν Soph. Phil. 317, ὡς ὑμᾶς ἴσα καὶ τὸ μηδὲν ζώσας ἐναριϑμῶ O. R. 1187; ἴσα φίλῳ λυπούμενος Eur. Or. 880. – Auch mit Präposit., κατὰ ἶσα, ἐπὶ ἶσα, Il. 11, 336. 12, 436, von einem unentschiedenen Kampfe, wie Her. 1, 74 sagt ἐπ' ἴσης διαφέρειν τὸν πόλεμον, den Krieg mit gleichem, unentschiedenem Glücke fortsetzen; vgl. Xen. Cyr. 3, 4, 35; – τάδ' οὐκ ἐπ' ἴσας τελοῦμεν Soph. El. 1051; ἀπὸ τῆς ἴσης, sc. μοίρας, im Verhältniß der Gleichheit, Thuc. 1, 15. – Sehr gew. ἐξ ἴσου, auf gleiche Weise, eben so, νοσεῖν Soph. O. R. 61, κἀξ ἴσου τιμώμενος 563, πῶς ὁ φύσας ἐξ ἴσου τῷ μηδενί 1029; οὐ γὰρ ἐξ ἴσου ἥ τε τιμὴ καὶ ἡ ὠφέλεια Plat. Rep. X, 599 b, öfter; ἐξ ἴσης Legg. IX, 861 a; ἐξ ἴσου πᾶσι τῆς ὠφελείας οὔσης Pol. 10, 17, 5; auch οἱ ἐξ ἴσου, die Gleichen, Plat. Legg. VI, 777 d u. Sp.; – ἐπ' ἴσον, Pol. 6, 38, 4 u. A. – Das eigtl. adv. ἴσως s. unten. – Der compar. ist ἰσαί-τερος, Eur. Suppl. 441; τὴν πολιτείαν ἰσαιτέραν καϑιστάναι, größere Gleichheit einführen, Thuc. 8, 89; Xen. Hell. 7, 1, 14.
-
8 ανιαω
(ῐ и ῑ; fut. ἀνιάσω с ᾱ - эп. ἀνιήσω, aor. ἠνίᾱσα - дор. ἀνίᾱσα) огорчать, удручать, мучить(τινα Hom., Arph., Xen., Plut.)
; med.-pass. огорчаться, печалиться, терзаться; тяготиться(τινι Hom., τι и ἐπί τινι Xen., περί τινος Arph. и ὑπό τινος Plut.)
ἀ. τινα τὰς φρένας Soph. — терзать чьё-л. сердце;οὐ γὰρ τίς τοι ἀνιᾶται παρεόντι Hom. — никто ведь не будет тяготиться твоим присутствием;ἀνιῶμαι ὑπομιμνήσκων τὰς συμφοράς Lys. — мне тяжело напоминать о невзгодах;τὸν Ἀλκιβιάδην ὅ Νικίας ἠνία τιμώμενος Plut. — Алкивиад был удручен почестями, которые оказывались Никию -
9 εκπρεπως
1) великолепно, превосходно, отлично(κεκοσμημένη πόλις Polyb.)
2) чрезвычайно3) со всей решительностью(ἐπιστρατεύειν Thuc.)
-
10 ισον
ἴσον, ἶσονIτό тж. pl.1) равенство, тождествоεἰς τὸ ἶ. ἀφικέσθαι τῇ ἱππικῇ τινι Xen. — сравняться с кем-л. в искусстве верховой езды;
ἐν ἴσῳ Thuc., ἐπ΄ ἴσον, ἐπ΄ ἴσου и ἐπ΄ ἴσων Arst., Dem., Polyb. — равным образом, одинаково или в равном положении;ἐξ ἴσου τιμώμενος Soph. — (он был тогда) столь же уважаем;οἱ μέ ἐξ ἴσου ἑαυτῷ Plat. — занимающие иное, чем он сам, положение;ἐκ τοῦ ἴσου γίγνεσθαί τινι Thuc. — оказаться в равных условиях с кем-л.;ἐξ ἴσου πολεμεῖν Dem. — сражаться с одинаковым для обеих сторон успехом, т.е. без чьего-л. перевеса2) равное, одно и то же, то же самоеἶ. φρονεῖν τινι Soph. — иметь одинаковые мысли с кем-л.;
ἐν ἴσῳ καὴ βραδέως προσιέναι Xen. — идти равным и медленным шагом3) равное расстояниеδι΄ ἴσου Plat. — на равном расстоянии
4) ровное место, равнина(εἰς τὸ ἶ. καταβαίνειν Xen.)
εἰς τὸ ἶ. καθιστάμενοι μάχεσθαι Xen. — сражаться в одинаковых (для обеих сторон) условиях, т.е. лицом к лицу, в открытом бою5) справедливость(τὸ δίκαιόν ἐστι τὸ ἶ. Arst.; τὸ ἶ. καὴ τὸ φιλάνθρωπον Plut.)
IIи ἶσον adv.1) равным образом, одинаково, в такой же мере, так жеἶ. ἀπέχειν Her. — находиться на одинаковом расстоянии;
δείλαιος τοῦ νοῦ τῆς τὲ συμφορᾶς ἶ. Soph. — (Эдип), одинаково несчастный и в своих чувствах, и своей судьбой;ἶ. σ΄ ὡς τεκοῦσα ἀσπάζομαι Eur. — я люблю тебя как (может любить) мать;κύλιξ ἶ. ἴσῳ κεκραμένη Arph. — бокал, смешанный поровну, т.е. в котором вино налито пополам с водой2) поровну(ἶ. κάτω ἶ. ἄνωθεν Theocr.)
(Κηρὴ μελαίνῃ, ἐμοί, θεῷ Hom.)
ἶ. ναοῖς θεῶν Eur. — подобно храмам богов;ἶ. τῷ πρίν Eur. — так же, как прежде -
11 ισον...
ἶσον...ἴσον, ἶσονIτό тж. pl.1) равенство, тождествоεἰς τὸ ἶ. ἀφικέσθαι τῇ ἱππικῇ τινι Xen. — сравняться с кем-л. в искусстве верховой езды;
ἐν ἴσῳ Thuc., ἐπ΄ ἴσον, ἐπ΄ ἴσου и ἐπ΄ ἴσων Arst., Dem., Polyb. — равным образом, одинаково или в равном положении;ἐξ ἴσου τιμώμενος Soph. — (он был тогда) столь же уважаем;οἱ μέ ἐξ ἴσου ἑαυτῷ Plat. — занимающие иное, чем он сам, положение;ἐκ τοῦ ἴσου γίγνεσθαί τινι Thuc. — оказаться в равных условиях с кем-л.;ἐξ ἴσου πολεμεῖν Dem. — сражаться с одинаковым для обеих сторон успехом, т.е. без чьего-л. перевеса2) равное, одно и то же, то же самоеἶ. φρονεῖν τινι Soph. — иметь одинаковые мысли с кем-л.;
ἐν ἴσῳ καὴ βραδέως προσιέναι Xen. — идти равным и медленным шагом3) равное расстояниеδι΄ ἴσου Plat. — на равном расстоянии
4) ровное место, равнина(εἰς τὸ ἶ. καταβαίνειν Xen.)
εἰς τὸ ἶ. καθιστάμενοι μάχεσθαι Xen. — сражаться в одинаковых (для обеих сторон) условиях, т.е. лицом к лицу, в открытом бою5) справедливость(τὸ δίκαιόν ἐστι τὸ ἶ. Arst.; τὸ ἶ. καὴ τὸ φιλάνθρωπον Plut.)
IIи ἶσον adv.1) равным образом, одинаково, в такой же мере, так жеἶ. ἀπέχειν Her. — находиться на одинаковом расстоянии;
δείλαιος τοῦ νοῦ τῆς τὲ συμφορᾶς ἶ. Soph. — (Эдип), одинаково несчастный и в своих чувствах, и своей судьбой;ἶ. σ΄ ὡς τεκοῦσα ἀσπάζομαι Eur. — я люблю тебя как (может любить) мать;κύλιξ ἶ. ἴσῳ κεκραμένη Arph. — бокал, смешанный поровну, т.е. в котором вино налито пополам с водой2) поровну(ἶ. κάτω ἶ. ἄνωθεν Theocr.)
(Κηρὴ μελαίνῃ, ἐμοί, θεῷ Hom.)
ἶ. ναοῖς θεῶν Eur. — подобно храмам богов;ἶ. τῷ πρίν Eur. — так же, как прежде -
12 τερπω
(aor. 1 ἐτέρφθην - эп. тж. ἐτάρφθην и τάρφθην, эп. aor. 2 ἐτάρπην и τάρπην, тж. ἐταρπόμην и τεταρπόμην, conjct. ταρπῶ - эп. τρᾰπείω; inf. эп. aor. pass. ταρπήμεναι и ταρπῆναι) радовать, услаждать, веселить(θυμὸν φόρμιγγι, τινὰ λόγοις Hom.)
ἧλιξ τέρπει τὸν ἥλικα погов. Plat. — сверстник радует сверстника, т.е. каждого тянет к людям своего возраста;τὰ τέρποντα Soph. и τὰ τέρψοντα Xen. — радости, наслаждения;τεταρπόμενος φίλον ἦτορ σίτου καὴ οἴνοιο Hom. — натешив душу пищей и питьем;ἥ δ΄ ἐπεὴ οὖν τάρφθη πολυδακρύτοιο γόοιο Hom. — когда она вдоволь наплакалась;(λόγοι), οἷς σὺ μέ τέρψει κλύων Soph. — речи, которые ты не рад будешь услышать;τί ἂν ἰδὼν τερφθείης Xen. — при виде чего ты мог бы обрадоваться;τέρπεται τιμώμενος Eur. — он радуется (этим) почестям -
13 μάχα
μᾰχα (-α, -ας, -ᾳ, -αν; -ᾶν, -αις.)1 battleἐν μάχαις τε πολέμου τιμώμενος O. 2.44
πτολιπόρθοις ἐν μάχαις O. 8.35
ἔα πόλεμον μάχαν τε πᾶσαν χωρὶς ἀθανάτων O. 9.40
τράπε δὲ Κύκνεια μάχα καὶ ὑπέρβιον Ἡρακλέα O. 10.15
ἐδόκησανἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.57
ἦ κεν ἀμνάσειεν, οἵαις ἐν πολέμοισι μάχαις τλάμονι ψυχᾷ παρέμειν P. 1.47
ἐν Σπάρτᾳ δ' ἄρα τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (sc. χάριν μισθὸν ἀρέομαι: τὰν μάχαν codd., corr. Wil.: i. e. at Plataiai) P. 1.77νικαφόροις ἐν ἀέθλοις θρέψαισα καὶ θοαῖς ὑπερτάτους ἥρωας ἐν μάχαις P. 8.27
πόνων δὲ καὶ μαχᾶν ἄτερ οἰκέοισι P. 10.42
πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43
ὅταν θεοὶ ἐν πεδίῳ Φλέγρας Γιγάντεσσιν μάχαν ἀντιάζωσιν N. 1.67
μάχᾳ λεόντεσσιν ἀγροτέροις ἔπρασσεν φόνον (Tric.: ἐν μάχᾳ codd.) N. 3.46 κράτιστον (sc. Αἴαντα)Ἀχιλέος ἄτερ μάχᾳ N. 7.27
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34
τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον I. 5.35
Τρξίας ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε μάχας ἐναριμβρότου ἔργον ἐν πεδίῳ κορύσσοντα (Tric.: ἐκ μάχας codd.) I. 8.53 ] τε μαχα[ fr. 140a. 74 (48). κέντρον δὲ μάχας ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3. Φρυγίας κοσμήτορα μάχας (sc. Ὅμηρον) ?fr. 347. of individual contests, fights, ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ N. 7.42
-
14 νέος
νέος (-ος, -ον, -οι, -ων, -οις(ι), -οι; -α, -ᾳ, -αν, -αις, -αισι(ν); - ον acc.: comp. νεωτέρων; -ον nom., acc.: superl. νεώτατον acc.)a young, youthfulI of people.φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ O. 4.25
νέων οὐλίαις αἰχμαῖσιν ἀνδρῶν O. 13.23
κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος P. 4.281
νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα P. 10.59
τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον P. 11.25
ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο, νέα κεφαλά (Heyne: νέα(ι) κεφαλᾶ(ι) codd.: Orestes) P. 11.35ἐν παισὶ νέοισι παῖς N. 3.72
ἔνθα βουλαὶ γερόντων καὶ νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί fr. 199. pro subs., young men,ἐν ἀοιδᾷ νέων P. 5.103
ὀπὶ νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.66
Κλεάνδρῳ τις ἁλικίᾳ τε λύτρον εὔδοξον, ὦ νέοι, καμάτων ἀνεγειρέτω κῶμον I. 8.1
ἰὴ ἰῆτε νῦν, μέτρα παιηόνων ἰῆτε, νέοι Pae. 6.122
νέων δὲ μέριμναι σὺν πόνοις εἱλισσόμεναι δόξαν εὑρίσκοντι fr. 227. 1.II of things, of a young man, of young menνέοις ἐν ἀέθλοις τιμώμενος O. 2.43
υἱὸν εἴπῃς ὅτι οἱ νέαν ἐστεφάνωσε κυδίμων ἀέθλων πτεροῖσι χαίταν O. 14.22
b new [ κᾶδός τε τιμάσαις νέον (Bergk: ἑὸν codd.) O. 7.5]νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι P. 7.18
τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ, νεώτατον καλῶν P. 8.33
ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν P. 8.88
νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.11
καὶ πτερόεντα νέον σύμπεμψον ὕμνον I. 5.63
ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.20
comp.,αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.49
n. s. pro adv., newly, ἐπεὶ κτίσθη νέον (sc. Ἴλιος) O. 8.37c comp., newer, i. e. stranger, more disturbing “ ἄμμιν μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόν” (v. l. ἀναστάσῃς) P. 4.155ἐλαύνεις τε νεώτερον ἢ πάρος; Pae. 9.6
d fragg. ]ς νεωτερο[ Πα. 13d. 5. νέαι[ Δ. 2. 5. -
15 πόλεμος
πόλεμος (-ου, -οιο, -ῳ, -ον; -οι, -ων, -οισι.)1 warὈλυμπιάδα ἀκρόθινα πολέμου O. 2.4
ἐν μάχαις τε πολέμου τιμώμενος O. 2.44
ὀρνυμένων πολέμων O. 8.34
ἔα πόλεμον μάχαν τε πᾶσαν χωρὶς ἀθανάτων O. 9.40
τὰν πολέμοιο δόσιν ἀκρόθινα διελὼν ἔθυε O. 10.56
λαιψηροὶ πόλεμοι κἀγοραὶ βουλαφόροι O. 12.4
οἵαις ἐν πολέμοισι μάχαις ( πολέμοιο coni. Bergk, cf. O. 2.44) P. 1.47νεότατι μὲν ἀρήγει θράσος δεινῶν πολέμων P. 2.64
ἐν πολέμῳ P. 3.101
Ἡσυχία βουλᾶν τε καὶ πολέμων ἔχοισα κλαϊδας ὑπερτάτας P. 8.3
ὤπασε δὲ Κρονίων πολέμου μναστῆρά οἱ χαλκεντέος λαὸν ἵππαιχμον N. 1.16
εἰ δ' ὄλβον ἢ χειρῶν βίαν ἢσιδαρίταν ἐπαινῆσαι πόλεμον δεδόκηται N. 5.19
ἐν πολέμῳ N. 9.36
μάντιν Οἰκλείδαν, πολέμοιο νέφος N. 10.9
φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ N. 10.59
τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.17
χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον I. 6.27
προμάχων ἀν' ὅμιλον ἔνθ ἄριστοι ἔσχον πολέμοιο νεῖκος I. 7.36
“ υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳ” I. 8.36τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμ[ενοι] χθόνα Pae. 2.59
στ[ρατὸν] πολέμῳ τελευταίῳ προβιβάζοις Pae. 2.105
πολέμοιο δὲ σᾶμα φέρεις τινός; Pae. 9.13
πολέμου[ Πα. 13. a. 23. γλυκὺ δὲ πόλεμος ἀπείροσιν fr. 110. ] πολεμοι[ P. Oxy. 2442, fr. 17a. c. gen., “ τρέω τοι πόλεμον Διὸς Ἐννοσίδαν τε βαρύκτυπον” i. e. war with Zeus Pae. 4.41 met., warspiritμῆτίν τε γαρύων παλαιγόνων πόλεμόν τ O. 13.51
pro pers., κλῦθ' Ἀλαλά, Πολέμου θύγατερ fr. 78. 1. -
16 πρός
πρός, Prep., expressing direction,A on the side of, in the direction of, hence c. gen., dat., and acc., from, at, to: [dialect] Ep. also [full] προτί and [full] ποτί, in Hom. usually c. acc., more rarely c. dat., and each only once c. gen., Il.11.831, 22.198:—dialectal forms: [dialect] Dor.[full] ποτί (q. v.) and [full] ποί, but Cret. [full] πορτί Leg.Gort.5.44, etc., Argive [full] προτ( [full] ί) Schwyzer 84.3 (found at Tylisus, V B.C.), restored in Mnemos.57.208(Argos, vi B.C.), and in Alcm.30; Arc., Cypr. [full] πός SIG306.11 (Tegea, iv B.C.), Inscr.Cypr. 135.19H., also sts. in Asia Minor in compds., v. ποσάγω, ποσφέρω; [dialect] Aeol. [full] πρός Sapph.69 ([etym.] προς-), 109, Alc.20 (s. v.l.); [full] πρές Jo.Gramm. Comp.3.10; Pamphylian περτ ([etym.] ί) Schwyzer 686.7, 686a4. (With [full] προτί, [full] πρός cf. Skt. práti 'towards, near to, against, back, etc.', Slav. protiv[ucaron], Lett. pret 'against', Lat. pretium: [full] ποτί (q. v.) and [full] πός are not cogn.) A. WITH GEN., πρός refers to that from which something comes:I of Place, from,ἵκετο ἠὲ π. ἠοίων ἦ ἑσπερίων ἀνθρώπων Od. 8.29
;τὸν π. Σάρδεων ἤλεκτρον S.Ant. 1037
(v.l.).2 on the side of, towards, νήσοισι πρὸς Ἤλιδος towards Elis, Od.21.347; π. ἁλός, π. Θύμβρης, Il.10.428, 430;εἶναι π. θαλάσσης Hdt.2.154
;ἱδρῦσθαι π. τοῦ Ἑλλησπόντου Id.8.120
;ἐστρατοπεδεύοντο π. Ὀλύνθου Th.1.62
, etc.; φυλακαὶ π. Αἰθιόπων, π. Ἀραβίων, π. Διβύης, on the frontier towards the Ethiopians, etc., Hdt.2.30: freq. with words denoting the points of the compass, δύω θύραι εἰσίν, αἱ μὲν π. βορέαο, αἱ δ' αὖ π. νότου one on the north side, the other on the south side, Od.13.110;οἰκέουσι π. νότου ἀνέμου Hdt.3.101
; π. ἄρκτου τε καὶ βορέω ἀνέμου κατοικημένοι ib. 102; π. μεσαμβρίης ib. 107; π. τοῦ Τμώλου τετραμμένον τῆς πόλιος (in such phrases the acc. is more common) Id.1.84;π. Πλαταιῶν Th. 3.21
;π. Νεμέας Id.5.59
; ἀπὸ τῆσδε τῆς ὁδοῦ τὸ π. τοῦ λιμένος ἅπαν everything on the harbour- ward side of this road, IG12.892: combined with π. c. acc.,π. ἠῶ τε καὶ τοῦ Τανάϊδος Hdt.4.122
;τὸν μέν π. βορέω ἑστεῶτα, τὸν δὲ π. νότον Id.2.121
, cf. 4.17.3 before, in presence of,μάρτυροι ἔστων π. τε θεῶν μακάρων π. τε θνητῶν ἀνθρώπων Il.1.339
;οὐδ' ἐπιορκήσω π. δαίμονος 19.188
; ποίτοῦ Ἀπόλλωνος .. ὑπίσχομαι prob. in IG22.1126.7 (Amphict. Delph., iv B. C.); ὑποσχομένους πρὸς τοῦ Διός ib.1237.16: hence,b in the eyes of,ἄδικον οὐδὲν οὔτε π. θεῶν οὔτε π. ἀνθρώπων Th.1.71
, cf. X.An.1.6.6, etc.; ὅσιος π. θεῶν Lex ap.And.1.97; κατειπάτω.. ἁγνῶς π. τοῦ θεοῦ if he wishes to be pure in the sight of the god, SIG986.9, cf. 17 (Chios, v/iv B. C.);ὁ γὰρ καιρὸς π. ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει Pi.P.4.286
.4 in supplication or adjuration, before, and so, in the name of,σε.. γουνάζομαι.. π. τ' ἀλόχου καὶ πατρός Od.11.67
;π. θεῶν πατρῴων S.Ant. 839
(lyr.), etc.; ἱκετεύω, ἀντιβολῶ π. παίδων, π. γυναικῶν, etc., D.28.20, etc.: the verb is freq. omitted with π. θεῶν or τῶν θεῶν, E.Hec. 551, S.OT 1037, Ar.V. 760;π. τοῦ Διός Id.Av. 130
: less freq. with other words,π. τῆς ἑστίας E.Fr.953.39
;π. Χαρίτων Luc.Hist.Conscr.14
;μὴ π. γενείου S.El. 1208
;μὴ π. ξενίας τᾶς σᾶς Id.OC 515
(lyr.): sts. in questions, π. θεῶν, τίς οὕτως εὐήθης ἐστίν; in heaven's name, D.1.15;π. τῆς Ἀθηνᾶς.. ; Din.1.45
;ἆρ' οὖν, ὦ π. Διός,.. ; Pl.R. 459a
, cf. Ap. 26e: sts. in Trag. with the pron. σε between prep. and case,π. νύν σε πατρὸς π. τε μητρός.. ἱκνοῦμαι S.Ph. 468
;μὴ π. σε γονάτων E.Med. 324
.5 of origin or descent, from, on the side of, γένος ἐξ Ἁλικαρνησσοῦ τὰ π. πατρός by the father's side, Hdt.7.99;Ἀθηναῖον.. καὶ τὰ π. πατρὸς καὶ τὰ π. μητρός D.57.17
, cf. Isoc.3.42, SIG1015.7 (Halic.); πρόγονοι ἢ π. ἀνδρῶν ἢ γυναικῶν in the male or female line, Pl.Tht. 173d;ὁ πατὴρ π. μὲν ἀνδρῶν ἦν τῶν Εὐπατριδῶν Isoc.16.25
;οἱ συγγενεῖς τοῦ πατρὸς καὶ π. ἀνδρῶν καὶ π. γυναικῶν D.57.23
; οἱ π. αἵματος blood-relations, S.Aj. 1305;ἢ φίλων τις ἢ π. αἵματος φύσιν Id.El. 1125
.II of effects proceeding from what cause soever:1 from, at the hand of, with Verbs of having, receiving, etc.,ὡς ἂν.. τιμὴν καὶ κῦδος ἄρηαι π. πάντων Δαναῶν Il.16.85
, cf. 1.160, etc.;τιμὴν π. Ζηνὸς ἔχοντες Od.11.302
;δίδοι οἱ.. χάριν ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων Pi.O.7.90
; ;φυλακῆς π. δήμου κυρῆσαι Hdt.1.59
;τυχεῖν τινος π. θεῶν A.Th. 550
, cf. S.Aj. 527;λαχὼν π. δαιμόνων ὄλβον Pi.N.9.45
;κακόν τι π. θεῶν ἢ π. ἀνθρώπων λαβεῖν Hdt.2.139
, etc.;μανθάνειν π. ἀστῶν S.OC13
: with passive Verbs, προτὶ Ἀχιλλῆος δεδιδάχθαι to have been taught by.., Il.11.831, cf. S.OT 357;ἄριστα πεποίηται.. πρὸς Τρώων Il.6.57
; αἴσχε' ἀκούω π. Τρώων ib. 525, cf. Heraclit.79;ταῦτα.. π. τούτου κλύειν S.OT 429
;οὐ λέγεται π. οὐδαμῶν Hdt.1.47
; ἀτιμάζεσθαι, τετιμῆσθαι π. τινῶν, ib.61,2.75; alsoλόγου οὐδενὸς γίνεσθαι π. τινῶν Id.1.120
; παθεῖν τι π. τινός at the hand of, ib.73;π. ἀλλήλοιν θανεῖν E. Ph. 1269
, cf. S.OT 1237; π. τῆς τύχης ὄλωλεν ib. 949;τὸ ποιεύμενον π. τῶν Λακεδαιμονίων Hdt.7.209
;αἰτηθέντες π. τινὸς χρήματα Id.8.111
;ἱμέρου βέλει π. σοῦ τέθαλπται A.Pr. 650
: with an Adj. or Subst.,τιμήεσσα π. πόσιος Od.18.162
;ἐπίφθονος π. τῶν πλεόνων ἀνθρώπων Hdt.7.139
;ἔρημος π. φίλων S.Ant. 919
;ἀπαθὴς π. ἀστῶν Pi.P.4.297
;πειθὼ π. τινός S.El. 562
;π. Τρώων.. κλέος εἶναι Il.22.514
; ἄρκεσις π. ἀνδρός, δόξα π. ἀνθρώπων, S.OC73, E.Heracl. 624 (lyr.);ἐλίπετο ἀθάνατον μνήμην π. Ἑλλησποντίων Hdt.4.144
: with an Adv., οἶμαι γὰρ ἂν οὐκ ἀχαρίστως μοι ἔχειν οὔτε π. ὑμῶν οὔτε π. τῆς Ἑλλάδος I shall meet with no ingratitude at your hands, X.An.2.3.18, cf. Pl.R. 463d.2 of things, π. τίνος ποτ' αἰτίας [τέθνηκεν]; from of by what cause? S.OT 1236; π. ἀμπλακημάτων by or by reason of.., Id.Ant.51.III of dependence or close connexion: hence,1 dependent on one, under one's protection,π. Διός εἰσι ξεῖνοί τε πτωχοί τε Od.6.207
,14.57; δικασπόλοι, οἵ τε θέμιστας π. Διὸς εἰρύαται by commission from him, Il.1.239; π. ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις at the bidding of another, 6.456.2 on one's side, in one's favour, Hdt.1.75, 124, S.OT 1434, Tr. 479, etc.;π. τῶν ἐχόντων.. τὸν νόμον τίθης E.Alc. 57
.IV of that which is derivable from: hence, agreeable to, becoming, like,τὰ τοιαῦτα ἔργα οὐ π. τοῦ ἅπαντος ἀνδρὸς νενόμικα γίνεσθαι, ἀλλὰπ. ψυχῆς τε ἀγαθῆς καὶ ῥώμης ἀνδρηΐης Hdt.7.153
, cf.5.12; ἦ κάρτα π. γυναικὸς αἴρεσθαι κέαρ 'tis very like a woman, A.Ag. 592, cf. 1636;οὐ π. ἰατροῦ σοφοῦ θρηνεῖν ἐπῳδάς S.Aj. 581
, cf. Ar.V. 369, E.Hel. 950, etc.;π. σοῦ ἐστι Id.HF 585
, etc.;οὐκ ἦν π. τοῦ Κύρου τρόπου X.An. 1.2.11
, etc.: of qualities, etc.,π. δυσσεβείας A.Ch. 704
; π. δίκης οὐδὲν τρέμων agreeably to justice, S.OT 1014, cf.El. 1211;οὐ π. τῆς ὑμετέρας δόξης Th.3.59
; ἐάν τι ἡμῖν π. λόγου ᾖ if it be at all to our purpose, Pl.Grg. 459c;εἰ τόδε π. τρόπου λέγω
correctly,Id.
R. 470c; but π. τρόπου τι ὠνεῖσθαι buy at a reasonable price, Thphr.Char.30.12;τὰ γενήματα π. ἐλάσσονος τιμᾶς πωλῶν IG5(2).515.14
([place name] Lycosura); π. ἀγαθοῦ, π. κακοῦ τινί ἐστι or γίγνεται, it is to one's advantage or otherwise, Arist.Mu. 397a30, Arr.An.7.16.5, Hld.7.12; π. ἀτιμίας λαβεῖν τι to take a thing as an insult, regard it so, Plu.Cic.13;π. δέους λαβεῖν τι Id.Flam.7
; λαβεῖν τι π. ὀργῆς (v.l. ὀργήν) J.AJ8.1.3; μοι π. εὐκλείας γένοιτο ib. 18.7.7; τῷ δήμῳ π. αἰσχύνης ἂν ἦν, π. ὀνείδους ἂν ἦν τῇ πόλει, Lib.Decl.43.27,28.B WITH DAT., it expresses proximity, hard by, near, at,ποτὶ γαίῃ Od.8.190
, 11.423;ποτὶ γούνασι Il.5.408
; ποτὶ δρυσίν among the oaks, 14.398 (nisi leg. περί); πρὸς ἄκμονι χαλκεύειν Pi.P.1.86
; ποτὶ γραμμᾷ στᾶσαί τινα ib.9.118; ἄγκυραν ποτὶ ναΐ κρημνάντων ib.4.24;δῆσαί τινα πρὸς φάραγγι A.Pr.15
;νεὼς καμούσης ποντίῳ π. κύματι Id.Th. 210
;π. μέσῃ ἀγορᾷ S.Tr. 371
;π. Ἀργείων στρατῷ Id.Aj.95
;π. πέδῳ κεῖται Id.OT 180
(lyr.); θακεῖν π. ναοῖς ib.20, cf. A.Eu. 855;π. ἡλίου ναίουσι πηγαῖς Id.Pr. 808
;π. τῇ γῇ ναυμαχεῖν Th. 7.34
; ἐς μάχην καθίστασθαι π. (v.l. ὑπ')αὐτῇ τῇ πόλει Id.2.79
;τεῖχος π. τῇ θαλάσσῃ Id.3.105
;αἱ π. θαλάττῃ πόλεις X.HG4.8.1
; τὸ π. Αἰγίνῃ στράτευμα off Aegina, Th.1.105; Αίβυες οἱ π. Αἰγύπτῳ bordering on.., ib. 104; τὸ π. ποσί that which is close to the feet, before one, S.OT 130, etc.; θρηνεῖν ἐπῳδὰς π... πήματι over it, Id.Aj. 582; αἱ π. τῇ βάσει γωνίαι the angles at the base, Euc.1.5,al.;τὴν π. τῷ.. ιερῷ κρήνην IG22.338.13
, cf. SIG1040.15 (Piraeus, iv B. C.), al.2 before, in the presence of, π. τοῖς θεσμοθέταις, π. τῷ διαιτητῇ λέγειν, D. 20.98,39.22;ὅσα π. τοῖς κριταῖς γέγονεν Id.21.18
;π. διαιτητῇ φεύγειν Id.22.28
.3 with Verbs denoting motion towards a place, upon, against,ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ Il.1.245
, Od.2.80;με βάλῃ.. ποτὶ πέτρῃ 5.415
, cf. 7.279, 9.284; , cf. 5.401; λιαζόμενον ποτὶ γαίῃ sinking on the ground, Il.20.420;ἴσχοντες πρὸς ταῖς πόλεσι Th.7.35
.4 sts. with a notion of clinging closely, προτὶ οἷ λάβε clasped to him, Il.20.418;προτὶ οἷ εἷλε 21.507
;πρὸς ἀλλήλῃσιν ἔχονται Od.5.329
;προσπεπλασμένας.. π. ὄρεσι Hdt.3.111
; π. δμῳαῖσι κλίνομαι fall into the arms of.., S.Ant. 1189;π. τινί
close to,Men.
Epit. 204.II to express close engagement, at the point of,π. αὐτῷ γ' εἰμὶ τῷ δεινῷ λέγειν S.OT 1169
; engaged in or about,π. τῷ εἰρημένῳ λόγῳ ἦν Pl.Phd. 84c
, cf. Phdr. 249c, 249d;ἂν π. τῷ σκοπεῖν.. γένησθε D.18.176
;ἀεὶ π. ᾧ εἴη ἔργῳ, τοῦτο ἔπραττεν X. HG4.8.22
; διατρίβειν or σχολάζειν π. τινί, Epicr.11.3 (anap.), Arist. Pol. 1308b36 (butπ. ταῦτα ἐσχόλασα X.Mem.3.6.6
);ὅλος εἶναι π. τῷ λήμματι D.19.127
;π. τῇ ἀνάγκῃ ταύτῃ γίγνεσθαι Aeschin.1.74
; τὴν διάνοιαν, τὴν γνώμην ἔχειν π. τινί, Pl.R. 500b, Aeschin.3.192; κατατάξαι αὐτὸν π. γράμμασιν, i.e. give him a post as clerk, PCair.Zen. 342.3 (iii B. C.);ὁ π. τοῖς γράμμασι τεταγμένος Plb.15.27.7
, cf. 5.54.7, D.S.2.29,3.22;ἐπιμελητὴς π. τῇ εἰκασίᾳ τοῦ σησάμου PTeb.713.2
, cf.709.1 (ii B. C.).III to express union or addition, once in Hom., ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ π. τοῖσί τε ὕπνος and besides them sleep, Od.10.68;π. τοῖς παροῦσιν ἄλλα
in addition to,A.
Pr. 323, cf. Pers. 531, Xenoph.8.3. Emp.59.3;ἄλλους π. ἑαυτῷ Th.1.90
; π. ταῖς ἡμετέραις [τριήρεσι] Id.6.90;δέκα μῆνας π. ἄλλοις πέντε S.Tr.45
;τρίτος.. π. δέκ' ἄλλαισιν γοναῖς A.Pr. 774
; κυβερνήτης π. τῇ σκυτοτομίᾳ in addition to his trade of leather-cutter, Pl.R. 397e: freq. with neut. Adjs., π. τῷ νέῳ ἁπαλός besides his youth, Id.Smp. 195c, cf. Tht. 185e;π. τῷ βλαβερῷ καὶ ἀηδέστατον Id.Phdr. 240b
; π. τούτοισι besides this, Hdt.2.51, cf. A.Pers. 237 (troch.), etc.; rarely in sg.,π. τούτῳ Hdt.1.31
,41; π. τοῖς ἄλλοις besides all the rest, Th.2.61, etc.:—cf. the Advb. usage, infr. D.C WITH ACCUS., it expresses motion or direction towards an object:I of Place, towards, to, with Verbs of Motion,ἰέναι π. Ὄλυμπον Il.1.420
; ἰέναι π. δώματα, etc., Od.2.288, etc.;ἰέναι π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε Il.12.239
; φέρειν προτὶ ἄστυ, ἄγειν προτὶ Ἴλιον, etc., 13.538, 657, etc.; ἄγεσθαιπρὸς οἶκον, ἐρύεσθαι ποτὶ Ἴλιον, 9.147,18.174; ὠθεῖν, δίεσθαι προτὶ ἄστυ, 16.45, 15.681, etc.;ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα Od.8.374
;βαλεῖν ποτὶ πέτρας 12.71
;κυλινδόμενα προτὶ χέρσον 9.147
; ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτόν returned to his home, LXX Nu.24.25; κληθῆναι π. τὸ δεῖπνον (rarer than ἐπὶ δεῖπνον) Plu. Cat.Ma.3.2 with Verbs implying previous motion, upon, against, π. τεῖχος, π. κίονα ἐρείσας, Il.22.112, Od.8.66;ἅρματα.. ἔκλιναν π. ἐνώπια Il.8.435
;ἔγχος ἔστησε π. κίονα Od.1.127
;ποτὶ τοῖχον ἀρηρότες 2.342
;ποτὶ βωμὸν ἵζεσθαι 22.334
;πρὸς γοῦνα καθέζετό τινος 18.395
;π. ἄλλοτ' ἄλλον πημονὴ προσιζάνει A.Pr. 278
;τὰ πολλὰ πατρὸς π. τάφον κτερίσματα S.El. 931
; χῶρον π. αὐτὸν τόνδ' dub. in Id.Ph.23; later,ἔστη π. τὸν στῦλον LXX 4 Ki.23.3
;ὁ ὄχλος π. τὴν θάλασσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἦσαν Ev.Marc.4.1
; π. ὑμᾶς παραμενῶ with you, 1 Ep.Cor.16.6;ἐκήδευσαν τὸν.. πατέρα.. π. τοὺς λοιποὺς συγγενεῖς
beside,Supp.Epigr.
6.106 ([place name] Cotiaeum).b of addition, (Argos, v B. C.);ἵππον προσετίθει πρὸς τοὔνομα Ar.Nu.63
, cf. Hdt.6.125, X.HG1.5.6, Pl.Phlb. 33c, Arist.Rh. 1359b28; προσεδαπάνησε π. τὸ μερισθὲν αὐτῷ εἰς τὸ ἔλαιον ἐκ τῶν ἰδίων over and above the sum allotted to him, IG22.1227.9; προσετέθη π. τὸν λαὸν αὐτοῦ was gathered to his people, LXX Ge.49.33.3 with Verbs of seeing, looking, etc., towards,ἰδεῖν π. τινά Od.12.244
, al.; ὁρᾶν, ἀποβλέπειν π. τι or τινά, A.Supp. 725, Ar.Ach. 291, etc.;ἀνταυγεῖ π. Ὄλυμπον Emp.44
; στάντε ποτὶ πνοιήν so as to face it, Il.11.622 (similarly, πέτονται πρὸς τὸ πνεῦμα against the wind, Arist.HA 597a32); κλαίεσκε π. οὐρανόν cried to heaven, Il.8.364: freq. of points of the compass, π. ζόφον κεῖσθαι lie towards the West, Od.9.26;ναίειν π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε 13.240
;στάντα π. πρώτην ἕω S.OC 477
; so in Prose,π. ἠῶ τε καὶ ἡλίου ἀνατολάς Hdt. 1.201
, cf. 4.40;π. βορέην τε καὶ νότον Id.2.149
; alsoἀκτὴ π. Τυρσηνίην τετραμμένη τῆς Σικελίης Id.6.22
(v. supr. A. 1.2); π. ἥλιον facing the sun, and so, in the sunlight, Ar.V. 772; so π. λύχνον by lamplight, Id. Pax 692, Jul.Ep.4;π. τὸ λύχνον Hippon.22
Diehl, cf. Arist.Mete. 375a27;πὸτ τὸ πῦρ Ar.Ach. 751
;πρὸς τὸ πῦρ Pl.R. 372d
, cf. Arist.Pr. 870a21; π. φῶς in open day, S.El. 640; but, by torch-light, Plu.2.237a.4 in hostile sense, against,π. Τρῶας μάχεαι Il.17.471
;ἐστρατόωνθ'.. π. τείχεα Θήβης 4.378
; π. δαίμονα against his will, 17.98;βεβλήκει π. στῆθος 4.108
;γούνατ' ἐπήδα π. ῥόον ἀΐσσοντος 21.303
;χρὴ π. θεὸν οὐκ ἐρίζειν Pi.P.2.88
;π. τοὐμὸν σπέρμα χωρήσαντα S.Tr. 304
;ἐπιέναι π. τινάς Th.2.65
;ὅσα ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες π. τε ἀλλήλους καὶ τὸν βάρβαρον Id.1.118
;ἀγωνίζεσθαι π. τινά Pl.R. 579c
;ἀντιτάττεσθαι π. πόλιν X.Cyr.3.1.18
: also in argument, in reply to,ταῦτα π. τὸν Πιττακὸν εἴρηται Pl.Prt. 345c
; and so in the titles of judicial speeches, πρός τινα in reply to, less strong than κατά τινος against or in accusation, D.20 tit., etc.;μήτε π. ἐμὲ μήτε κατ' ἐμοῦ δίκην εἶναι Is.11.34
.5 without any hostile sense,π. ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον Il.3.155
,cf.5.274,11.403,17.200;π.ξεῖνον φάσθαι ἔπος ἠδ' ἐπακοῦσαι Od.17.584
; λέγειν, εἰπεῖν, φράζειν π. τινά, Hdt. 1.8,90, Ar.V. 335, Nu. 359;ἀπαγγεῖλαι π. τινάς A.Ch. 267
;μνησθῆναι π. τινά Lys.1.19
, etc.;ἀμείψασθαι π. τινά Hdt.8.60
codd.;ἀποκρίνεσθαι π. τινάς Ar.Ach. 632
, Th.5.42; ὤμοσε δὲ π. ἔμ' αὐτόν he swore to me, Od.14.331: π. sts. governs the reflex. pron.,διαλογίζεσθαι π. ὑμᾶς αὐτούς Is.7.45
; ἀναμνήσθητε, ἐνθυμήθητε π. ὑμᾶς αὐτούς, Isoc.6.52, 15.60;π. ἐμαυτὸν.. ἐλογιζόμην Pl.Ap. 21d
; μινύρεσθαι, ἄδειν π. ἑαυτόν, Ar.Ec. 880, 931;ἐπικωκύω.. αὐτὴ π. αὑτήν S.El. 285
.b π. σφέας ἔχειν δοκέουσι, i.e. they think they are pregnant, Hp.Nat.Puer. 30.6 of various kinds of intercourse or reciprocal action, π... Διομήδεα τεύχε' ἄμειβεν changed arms with Diomedes, Il.6.235;ὅσα.. ξυμβόλαια.. ἦν τοῖς ἰδιώταις π. τοὺς ἰδιώτας ἢ ἰδιώτῃ π. τὸ κοινόν IG12.116.19
; σπονδάς, συνθήκας ποιεῖσθαι π. τινά, Th.4.15, Plb.1.17.6;ξυγχωρεῖν π. τινάς Th.2.59
;γίγνεται ὁμολογία π. τινάς Id.7.82
, cf. Hdt. 1.61;π. τινὰς ξυμμαχίαν ποιεῖς θαι Th.5.22
;π. ἀλλήλους ἡσυχίαν εἶχον καὶ π. τοὺς ἄλλους.. εἰρήνην ἦγον Isoc.7.51
;π. ἀλλήλους ἔχθραι τε καὶ στέργηθρα A.Pr. 491
; alsoσαίνειν ποτὶ πάντας Pi.P.2.82
, cf. O.4.6;παίζειν πρός τινας E.HF 952
, etc.;ἀφροδισιάζειν π. τινά X.Mem.1.3.14
;ἀγαθὸς γίγνεσθαι π. τινά Th.1.86
;εὐσεβὴς π. τινὰς πέλειν A.Supp. 340
; διαλέγεσθαι π. τινά converse with.., X.Mem.1.6.1, Aeschin.2.38,40, 3.219;κοινοῦσθαι π. τινάς Pl.Lg. 930c
;π. τοὺς οἰκέτας ἀνακοινοῦσθαι περὶ τῶν μεγίστων Thphr.Char.4.2
; διαλογίζεσθαι π. τινά balance accounts with.., D.52.3, cf. SIG241.127 (Delph., iv B. C.);ἃ ἔχει διελόμενος π. τὸν ἀδελφόν IG12(7).55.8
(Amorgos, iv/iii B. C.), cf. D. 47.34.b in phrases of the form ἡ π. τινὰ εὔνοια (ἔχθρα, etc.), π. sts. means towards, as ἡ π. αὑτοὺς φιλία the affection of their wives towards or for them, X.Cyr.3.1.39;ἡ π. ὑμᾶς ἔχθρα Id.HG3.5.10
;ἡ ἀπέχθεια ἡ π. τοὺς πλουσίους Arist.Pol. 1305a23
;τὴν π. τοὺς τετελευτηκότας εὔνοιαν ὑπάρχουσαν D.18.314
, cf. SIG352.13 (Ephesus, iv/iii B. C.), al.;φυσικαὶ τοκέων στοργαὶ π. τέκνα ποθεινά IG12(5).305.13
([place name] Paros): but sts. at the hands of, ἡ π. τὸ θεῖον εὐμένεια the favour of the gods, Th.5.105; φθόνος τοῖς ζῶσι π. τὸ ἀντίπαλον jealousy is incurred by the living at the hands of their rivals, Id.2.45; τὴν ἀπέχθειαν τὴν π. Θηβαίους.. τῇ πόλει γενέσθαι the hostility incurred by Athens at the hands of the Thebans, D.18.36, cf.6.3, 19.85; τῇ φιλίᾳ τῇ π. τὸν τετελευτηκότα the friendship with (not 'affection for') the deceased, Is.1.17, cf. Pl.Ap. 21c, 28a, Isoc.15.101,19.50, Lycurg.135, Din.1.19, etc.;τίνος ὄντος ἐμοὶ π. ὑμᾶς ἐγκλήματος; Lys.10.23
, cf. 16.10;τιμώμενος.. διὰ τὴν π. ὑμᾶς πίστιν Din.3.12
, cf. Lys.12.67, D.20.25; τῷ φόβῳ τῷ π. ὑμᾶς the fear inspired by you, Id.25.93; τῇ π. Ῥωμαίους εὐνοία his popularity with the Romans, Plb.23.7.5.7 of legal or other business transacted before a magistrate, witness, etc.,τάδε ὁ σύλλογος ἐβουλεύσατο.. π. μνήμονας SIG45.8
(Halic., v B. C.), cf. IG7.15.1 (Megara, ii B. C.); γράφεσθαι αὐτὸν κλοπῆς.. π. τοὺς ἐπιμελητάς ib.12.65.46; ἀτέλειαν εἶναι αὐτῷ καὶ δίκας π. τὸν πολέμαρχον ib.153.7; λόγον διδόντων τῶν.. χρημάτων.. π. τοὺς λογιστάς ib.91.27; before a jury,ἔστι δὲ τούτοις μὲν π. ὑμᾶς ἁγών, ὑμῖν δὲ π. ἅπασαν τὴν πόλιν Lys. 26.14
;ἀντιδικῆσαι τῷ παιδὶ.. π. ὑμᾶς Is.11.19
codd. (dub.); before a witness to whom an appeal for corroboration is made, Id.3.25; ([place name] Elis); φέρρεν αὐτὸν πὸ (τ) τὸν Δία in the eyes of Zeus, ib.415.7(ibid.); λαχεῖν πρὸς τὸν ἄρχοντα, γράφεσθαι π. τοὺς θεσμοθέτας, D.43.15, Lex ib.21.47, cf. Arist.Ath.56.6;τοῖς ἐμπόροις εἶναι τὰς δίκας π. τοὺς θεσμοθέτας D.33.1
; θέντων τὰ.. ποτήρια.. π. Πολύχαρμον having pawned the cups with P., IPE12.32A15 (Olbia, iii B. C.); alsoδιαβάλλειν τινὰ π. τοὺς πολλούς X. Mem. 1.2.31
, cf. D.7.33.II of Time, towards or near a certain time, at or about,ποτὶ ἕσπερα Od.17.191
;ποτὶἕσπερον Hes.Op. 552
;πρὸς ἑσπέραν Pl.R. 328a
;ἐπεὶ π. ἑσπέραν ἦν X.HG4.3.22
;π. ἡμέραν Id.An.4.5.21
;π. ὄρθρον Ar.Lys. 1089
; ποτ' ὄρθρον (nisi leg. πότορθρον) Theoc.5.126, Erinn. in PSI9.1090.48 + 8 (p.xii); ; π.ἀῶ ἐγρέσθαι, π. ἡμέραν ἐξεγρέσθαι, Theoc.18.55, Pl.Smp. 223c; π. γῆρας, π. τὸ γῆρας, in old age, E.Med. 592, Pl.Lg. 653a; π. εὐάνθεμον φυάν in the bloom of life, Pi.O.1.67; μέχρις ὅτου π. γυναῖκας ὦσι, i.e.of marriageable age, IG22.1368.41: later, π.τὸ παρόν for the moment, Luc.Ep. Sat.28, etc.; v. infr. 111.5.III of Relation between two objects,1 in reference to, in respect of, touching, τὰ π. τὸν πόλεμον military matters, equipments, etc., Th.2.17, etc.; τὰ π. τὸν βασιλέα our relations to the King, D.14.2; τὰ π. βασιλέα πράγματα the negotiations with the King, Th.1.128; τὰ π. τοὺς θεούς our relations, i.e. duties, to the gods, S.Ph. 1441;μέτεστι π. τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον.. ἐλευθέρως δὲ τὰ π. τὸ κοινὸν πολιτεύομεν Th.2.37
;οὐδὲν διοίσει π. τὸ γενέσθαι..
in respect of..,Arist.
APr. 24a25, cf. Pl.Phd. 111b; ἕτερος λόγος, οὐ π. ἐμέ that is another matter, and does not concern me, D.18.44, cf. 21,60, Isoc.4.12; τῶν φορέτρων ὄντων π. ἐμέ freightage shall be my concern, i.e. borne by me, PAmh.91.18 (ii A. D.);π. τοῦτον ἦν ἡ τῶν διαφόρων πρᾶξις LXX 2 Ma.4.28
; ἐὰν.. βοᾷ καὶ σχετλιάζῃ μηδὲν π. τὸ πρᾶγμα, nihil ad rem, D.40.61; οὐδὲν π. τὸν Διόνυσον Prov. ap.Plb.39.2.3, Suid.; οὐδὲν αὐτῷ π. τὴν πόλιν ἐστίν he owes no reckoning to the State, D.21.44;λόγος ἐστὶν ἐμοὶ π. Ἀθηναίους Philonid. 1
D.;π. Ἰάσονά ἐστιν αὐτῷ περὶ τῆς τιμῆς PHamb.27.8
(iii B. C.), cf. PCair.Zen.150.18 (iii B. C.); ἔσται αὐτῷ π. τὸν Θεόν (sc. ὁ λόγος ) he shall have to reckon with God, Supp.Epigr.6.188, cf. 194, al. ([place name] Eumenia); without αὐτῷ, ib.236 ([place name] Phrygia);ἔσται π. τὴν Τριάδαν MAMA1.168
, cf. Supp.Epigr.6.302 (Laodicea Combusta); ἕξει π. τὸν Θεόν ib.300, al. (ibid.); ἕξει π. τὴν ἐωνίαν κρίσιν ib.4.733 ([place name] Eukhaita), cf. 6.841 ([place name] Cyprus);π. πολλοὺς ἔχων ἀγωνιστάς Suid.
s.v. ὅσα μῦς ἐν πίσσῃ, cf. 2 Ep.Cor.5.12: with Advbs.,ἀσφαλῶς ἔχειν π. τι X.Mem.1.3.14
, etc.; [τὸ or τὰ] πρός τι, the relative term or terms, Arist.Cat. 1b25, 6a36, al.; τὸ π. τι, Pythag. name for two, Theol.Ar.8; π. ἡμᾶς relatively to us, opp. ἁπλῶς, Arist.APo. 72a1; ὀρθὸς πρός or ποτί c. acc., perpendicular to, Archim.Sph.Cyl.2.3, Spir.20; ἁ Δζ ποτὶ τὰν ΑΔ ἀμβλεῖαν ποιεῖ γωνίαν ib.16.2 in reference to, in consequence of,πρὸς τοῦτο τὸ κήρυγμα Hdt.3.52
, cf. 4.161;π. τὴν φήμην
in view of..,Id.
3.153, cf. Th.8.39;χαλεπαίνειν π. τι Id.2.59
;ἀθύμως ἔχειν π. τι X.HG4.5.4
, etc.: with neut. Pron.,π. τί;
wherefore? to what end?S.
OT 766, 1027, etc.; π. οὐδέν for nothing, in vain, Id.Aj. 1018; π. οὐδὲν ἀναγκαῖον unnecessarily, Sch.Il.9.23;π. ταῦτα
therefore, this being so,Hdt.
5.9,40, A.Pr. 915, 992, S.OT 426, etc.; cf. οὗτος c. v111.1b.3 in reference to or for a purpose,ἕστηκεν.. μῆλα π. σφαγάς A.Ag. 1057
; χρήσιμος, ἱκανὸς π. τι, Pl.Grg. 474d, Prt. 322b;ὡς π. τί χρείας; S.OT 1174
, cf. OC71, Tr. 1182;ἕτοιμος π. τι X.Mem.4.5.12
;ἱκανῶς ὡς π. τὴν παροῦσαν χρείαν Arist. Cael. 269b21
;ἢν ἀρήγειν φαίνηται π. τὴν σύμπασαν νοῦσον Hp.Acut. 60
; ποιεῖ π. ἐπιλημπτικούς is efficacious for cases of epilepsy, Dsc.1.6;ἐθέλοντες τὰ π. τὴν νοῦσον ἡδέα μᾶλλον ἢ τὰ π. τὴν ὑγιείην προσδέχεσθαι Hp. de Arte7
.b with a view to or for a future time,ὅπως.. γράμματα δῷ π. ἢν ἂν ἡμέραν ἑκάτεροι παραγίνωνται SIG679.62
(Senatus consultum, ii B. C.);θαυμάζεται τὰ Περικλέους ἔργα π. πολὺν χρόνον ἐν ὀλίγῳ γενόμενα Plu.Per.13
.c = πρός B. 11,ἐγίνετο π. ἀναζογήν Plb.3.92.8
;ὄντων π. τὸ κωλύειν Id.1.26.3
, cf. 1.29.3, al., Plu.Nic.5.4 in proportion or relation to, in comparison with,κοῖός τις δοκέοι ἀνὴρ εἶναι π. τὸν πατέρα Κῦρον Hdt.3.34
;ἔργα λόγου μέζω π. πᾶσαν χώρην Id.2.35
;π. πάντας τοὺς ἄλλους Id.3.94
, 8.44;πολλὴν ἂν οἶμαι ἀπιστίαν τῆς δυνάμεως.. π. τὸ κλέος αὐτῶν εἶναι Th.1.10
, cf. Pi.O.2.88, Pl. Prt. 327d, 328c, Phd. 102c, etc.; π. τὰς μεγίστας καὶ ἐλαχίστας ναῦς τὸ μέσον σκοπεῖν the mean between.., Th.1.10;τὸ κάλλιστον τῶν ἔργων π. τὸ αἴσχιστον συμβαλεῖν Lycurg.68
;ἓν π. ἓν συμβάλλειν Hdt.4.50
; alsoἔχεις π. τὰ ἔτη μέλαιναν τὴν τρίχα Thphr. Char.2.3
;ἐνδεεστέρως ἢ π. τὴν ἐξουσίαν Th.4.39
: also of mathematical ratio, οἷος ὁ πρῶτος (sc. ὅρος)ποτὶ τὸν δεύτερον, καὶ ὁ δεύτερος ποτὶ τὸν τρίτον Archyt.2
, cf. Philol.11, Pl.Ti. 36b, Arist.Rh. 1409a4, al., Euc. 5 Def.4, etc.; πρὸς παρεὸν.. μῆτις ἀέξεται ἀνθρώποισι in proportion to the existing (physical development), Emp.106: also of price, value, πωλεῖσθαι δὶς π. ἀργύριον sells twice against or relatively to silver, i.e. for twice its weight in silver, Thphr.HP9.6.4;πωλεῖται ὁ σταθμὸς αὐτοῦ π. διπλοῦν ἀργύριον Dsc.1.19
; [ἡ μαργαρῖτις λίθος] πωλεῖται.. π. χρυσίον for its weight in gold, Androsthenes ap.Ath.3.93b: metaph.,π. ἀρετήν Pl.Phd. 69a
; ὅπως π. τὰς τιμὰς τῶν κριθῶν τὰ ἄλφιτα πωλήσουσι on the basis of the price of barley, Arist.Ath.51.3; ἐξέστω αὐτοῦ ἀπογραφὴ τῆς οὐσίας π. τοῦτο τὸ ἀργύριον Ἀθηναίων τῷ βουλομένῳ property equal in value to this silver, IG22.1013.14, cf. PHib. 1.32.9 (iii B. C.), IG5(1).1390.78 (Andania, i B. C.);τῶν ἐγγύων τῶν ἐγγυωμένων π. [αὐτὰ] τὰ κτήματα SIG364.42
(Ephesus, iii B. C.);θέντων τὰ ποτήρια π. χρυσοῦς ἑκατόν IPE12.32A16
(Olbia, iii B. C.); τοὺς ἀπαγομένους εἰς φυλακὴν π. τὰ χρέα imprisoned for debt, Plb. 38.11.10, cf. 1.72.5, 5.27.4,5,7,5.108.1, PTeb.707.9 (ii B. C.);τοὺς π. καταδίκας ἐκπεπτωκότας Plb.25.3.1
, cf. SIG742.31 (Ephesus, i B. C.);ἐγδίδομεν τὸ ἔργον.. π. χαλκόν IG7.3073.6
(Lebad., ii B. C.), cf. PSI5.356.7 (iii B. C.), PTeb. 825 (a).16 (ii B. C.), Sammelb.5106.3 (ii B. C.);οἷον π. ἀργύριον τὴν δόξαν τὰς ψυχὰς ἀποδιδόμενοι Jul. Or.1.42b
; π. ἅλας ἠγορασμένος, i.e. 'dirt cheap', Men.828 (also π. ἅλα δειπνεῖν καὶ κύαμον, i.e. dine frugally, take pot-luck, Plu.2.684f); soἡδονὰς π. ἡδονὰς.. καταλλάττεσθαι Pl.Phd. 69a
; of measurements of time by the flow from the clepsydra,π. ἕνδεκα ἀμφορέας ἐν διαμεμετρημένῃ τῇ ἡμέρᾳ κρίνομαι Aeschin.2.126
, cf. Arist.Ath.67.2,3,69.2;λεγέσθω τᾶς δίκας ὁ μὲν πρᾶτος λόγος ἑκατέροις ποτὶ χόας δεκαοκτώ SIG953.17
(Calymna, ii B. C.); λεξάντων πρὸς τὴν τήρησιν τοῦ ὕδατος ib.683.60 (Olympia, ii B. C.); π. κλεψύδραν Eub.p.182 K., Epin. 2;π. κλεψύδρας Arist.Po. 1451a8
;π. ὀλίγον ὕδωρ ἀναγκαζόμενος λέγειν D.41.30
; hence later, π. ὀλίγον for a short time,ἐπανεῖναι π. ὀλίγον τὴν πολιορκίαν J.BJ5.9.1
, cf. Alex.Aphr. in Top.560.2, Hld.2.19, POxy67.14 (iv A.D.), Orib.Fr.116, Gp.4.15.8; π.ὀλίγον καιρόν, χρόνον, Antyll. ap. Orib.9.24.26, Paul.Aeg.Prooem.; π. ὀλίγον ἐστὶ τὸ ζῆν Poet. in Mus.Script.p.452 von Jan;μήτηρ δ' ἦν π. μικρόν Sammelb. 7288.4
([place name] Ptolemaic);π. βραχύ Jul.Or.1.47b
(but π. βραχὺ παρηβηκυίας (by) a little past their best, Gp.4.15.3);π. βραχὺν καιρόν Iamb. Protr. 21
.κα'; π. τὸ ἀκαρές Porph.Gaur.3.3
;π. μίαν ἢ δευτέραν ἡμέραν Dsc. 2.101
, cf. Sor.1.56;π. δύο ἡμέρας ἐκοίμησα ἐκεῖ BGU775.8
(ii A. D.);π.μόνην τὴν ἐνεστῶσαν ἡμέραν Sammelb. 7399
(ii A.D.), cf. M.Ant.12.4;προστιμάσθω π. χρόνον μὴ εἰσελθεῖν ὅσον ἂν δόξῃ IG22.1368.89
.5 in or by reference to, according to, in view of,π. τὸ παρεὸν βουλεύεσθαι Hdt. 1.20
, cf. 113, Th.6.46,47, IG22.1.20, etc.;π. τὴν παροῦσαν ἀρρωστίαν Th.7.47
;ἵνα π. τὸν ὑπάρχοντα καιρὸν ἕκαστα θεωρῆτε D.18.17
, cf. 314, etc.;εἴ τι δεῖ τεκμαίρεσθαι π. τὸν ἄλλον τρόπον Id.27.22
; τοῖς π. ὑμᾶς ζῶσι those who live with your interests in view, Id.19.226;ἐλευθέρου τὸ μὴ π. ἄλλον ζῆν Arist.Rh. 1367a32
;π. τοῦτον πάντ' ἐσκόπουν, π. τοῦτον ἐποιοῦντο τὴν εἰρήνην D.19.63
; τὸ παιδεύεσθαι π. τὰς πολιτείας suitably to them, Arist.Pol. 1310a14; ὁρῶ.. ἅπαντας π. τὴν παροῦσαν δύναμιν τῶν δικαίων ἀξιουμένους according to their power, D.15.28;π. τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα
according to..,E.
Hipp. 701; πὸς τὰς συνθέσις in accordance with the agreements, IG5(2).343.41,60 (Orchom. Arc.); τὸν δικαστὰν ὀμνύντα κρῖναι πορτὶ τὰ μωλιόμενα having regard to the pleadings, Leg.Gort.5.44, cf. 9.30; αἱ ἀρχαὶ.. πρὸς τὰ κατεσκευασμένα σύμβολα σηκώματα ποιησάμεναι after making weights and measures in accordance with, or by reference to, the established standards, IG22.1013.7; π. τὰ στάθμια τὰ ἐν τῷ ἀργυροκοπίῳ as measured by the weights in the mint, ib. 30, cf. PAmh.43.10 (ii B. C.); [Εόλων] ἐποίησε σταθμὰ π. τὸ νόμισμα made (trade-) weights on the basis of (i.e. proportional to) the coinage, Arist.Ath.10.2;ὀρθὸν π. τὸν διαβήτην IG22.1668.9
, cf. 95,7.3073.108 (Lebad., ii B. C.); π. τὸ δικαιότατον in accordance with the most just principle, D.C.Fr.104.6.6 with the accompaniment of musical instruments,π. κάλαμον Pi.O.10(11).84
; π. αὐλόν or τὸν αὐλόν, E.Alc. 346, X.Smp.6.3, etc.;π. λύραν.. ᾄδειν SIG662.13
(Delos, ii B. C.); π. ῥυθμὸν ἐμβαίνειν to step in time, D.S.5.34.7 [full] πρός c.acc. freq. periphr. for Adv., π. βίαν, = βιαίως, under compulsion,νῦν χρὴ.. τινα π. βίαν πώνην Alc.20
(s.v.l.);π. βίαν ἐπίνομεν Ar.Ach.73
;τὸ π. βίαν πίνειν ἴσον πέφυκε τῷ διψῆν κακόν S.Fr. 735
; ἥκω.. π. βίαν under compulsion, Critias 16.10 D.; by force, forcibly, A.Pr. 210, 355, etc.; οὐ π. βίαν τινός not forced by any one, Id.Eu.5 (but also, in spite of any one, S.OC 657);π. τὸ βίαιον A.Ag. 130
(lyr.);π. τὸ καρτερόν Id.Pr. 214
; π. ἀλκήν, π. ἀνάγκαν, Id.Th. 498, Pers. 569 (lyr.);οὐ διαχωρέεει [ἡ γαστὴρ] εἰ μὴ π. ἀνάγκην Hp. Prog.8
,19;π. ἰσχύος κράτος S.Ph. 594
;π. ἡδονὴν εἶναί τινι A.Pr. 494
; π. ἡδονὴν λέγειν, δημηγορεῖν, so as to please, Th.2.65, S.El. 921, D.4.38, cf. E.Med. 773;οἱ πάντα π. ἡδονὴν ἐπαινοῦντες Arist.EN 1126b13
;ἅπαντα π. ἡδ. ζητεῖν D.1.15
, cf. 18.4; λούσασθαι τὸ σῶμα π. ἡδ. as much or little as one like s, Hp.Mul.2.133;πίνειν π. ἡδ. Pl. Smp. 176e
; π. τὸ τερπνόν calculated to delight, Th.2.53; π. χάριν so as to gratify,μήτε π. ἔχθραν ποιεῖσθαι λόγον μήτε π. χ. D.8.1
, cf. S.OT 1152;π. χάριν δημηγορεῖν D.3.3
, etc.: c. gen. rei, π. χάριν τινός for the sake of,π. χ. βορᾶς S.Ant.30
, cf. Ph. 1156 (lyr.);π. ἰσχύος χ.
by means of,E.
Med. 538; π. ὀργήν with anger, angrily, S.El. 369, Th.2.65, D.53.16 (v.l.);π. ὀργὴν ἐλθεῖν τινι Id.39.23
, etc.; π. τὸ λιπαρές importunately, S.OC 1119;π. εὐσέβειαν Id.El. 464
; π. καιρόν seasonably, Id.Aj.38, etc.;π. φύσιν Id.Tr. 308
; π. εὐτέλειαν cheaply, Antiph.226.2; π. μέρος in due proportion, D.36.32;π. ὀλίγον μέρος Gp.2.15.1
; τέτραπτο π. ἰθύ οἱ straight towards him, Il.14.403; π. ὀρθὰς (sc. γωνίας ( .. τῇ AEB at right angles to, Arist.Mete. 373a14, cf. Euc.1.11, Archim.Sph.Cyl.1.3;π. ὀρθὴν τέμνουσα Arist.Mete. 363b2
; π. ἀχθηδόνα, π. ἀπέχθειαν, Luc.Tox.9, Hist.Conscr.38; γυνὴ π. ἀλήθειαν οὖσα in truth a woman, a very woman, Ath.15.687a, cf. Luc. JTr.48, Alex.61: c. [comp] Sup., π. τὰ μέγιστα in the highest degree, Hdt.8.20.8 of Numbers. up to, about, Plb.16.7.5, etc.: cf. πρόσπου.D ABS. AS ADV., besides, over and above; in Hom. always π. δέ or ποτὶ δέ, Il.5.307, 10.108, al., cf. Hdt.1.71, etc.; π. δὲ καί ib. 164, 207;π. δὲ ἔτι Id.3.74
;καὶ π. Id.7.154
, 184, prob. in A.Ch. 301, etc.;καὶ π. γε E.Hel. 110
, Pl.R. 328a, 466e;καὶ.. γε π. A.Pr.73
;καὶ δὴ π. Hdt.5.67
; freq. at the end of a second clause,τάδε λέγω, δράσω τε π. E.Or. 622
;ἀλογία.., καὶ ἀμαθία γε π. Pl.Men. 90e
, cf. E.Ph. 610;ἐνενήκοντα καὶ μικρόν τι π. D.4.28
, cf. 22.60.E IN COMPOS.,I motion towards, as προσάγω, προσέρχομαι, etc.II addition, besides, as προσκτάομαι, προσδίδωμι, προστίθημι, etc.III a being on, at, by, or beside: hence, a remaining beside, and metaph. connexion and engagement with anything, as πρόσειμι, προσγίγνομαι, etc.F REMARKS,1 in poetry πρός sts. stands after its case and before an attribute,ποίμνας βουστάσεις τε π. πατρός A.Pr. 653
, cf. Th. 185, S.OT 178 (lyr.), E.Or.94; ἄστυ πότι (or ποτὶ)σφέτερον Il.17.419
, cf. Pi.O.4.5.2 in Hom. it is freq. separated from its Verb by tmesis. -
17 τέρπω
Aτέρπῃσι 17.385
: [dialect] Ion. [tense] impf.τέρπεσκον Q.S.7.378
, AP9.136 ([place name] Cyrus): [tense] fut. , etc.: [tense] aor.ἔτερψα h.Pan.47
, E.Heracl. 433, Pl.Lg. 658b:—the [voice] Pass. and [voice] Med. have a fivefold [tense] aor.,2 [dialect] Ep. ἐτάρφθην, τάρφθην, Od.6.99, 19.213, 251, 21.57.3 [dialect] Ep. ἐτάρπην, τάρπην, 23.300, Il.11.780, al.; inf.ταρπῆναι Od.23.212
, and ταρπήμεναι ib. 346, Il.24.3; subj. τρᾰπείω, [dialect] Ep. [ per.] 1pl. τρᾰπείομεν (v. infr. 11.2).4 [dialect] Ep. also ἐταρπόμην, only in [ per.] 1pl. subj.ταρπώμεθα Od.4.295
, al.; also redupl. through all moods,τετάρπετο Il.19.19
, 24.513;τεταρπώμεσθα Od.11.212
, Il.23.10,98;τεταρπόμενος Od. 1.310
, al.5 [tense] aor. 1 ἐτερψάμην, in [dialect] Ep. subj.τέρψομαι 16.26
(but τέρψομαι is [tense] fut. [voice] Med. in Il.20.23, S.Fr. 677); opt. ; part.τερψάμενος Od.12.188
:—delight, gladden, cheer,ὅ κεν τέρπῃσιν ἀείδων 17.385
;τῇ [φόρμιγγι] ὅ γε θυμὸν ἔτερπεν Il.9.189
, al.;πεσσοῖσι.. θυμὸν ἔτερπον Od.1.107
;καὶ τὸν ἔτερπε λόγοις Il. 15.393
;τοὐμὸν.. τ. κέαρ S.Tr. 1246
; θοίνῃ σε τ. Achae.17; ἡ ἀγγελίη.. ἔτερψε [ αὐτούς] Hdt.8.99; sts. in [dialect] Att. Prose, ἔπεσι.. τὸ αὐτίκα τέρψει will give momentary pleasure, Th.2.41, cf. Pl.Lg. 658b, 658e, etc.; τ. τὴν ἀκοήν, τὰς ἀκοάς, Phld.Po.5.26,28; ἧλιξ τέρπει τὸν ἥλικα, prov. in Pl.Phdr. 240c, etc.: abs., give delight, Od.1.347, 8.45, S.Aj. 475; τὰ τέρποντα delights, Id.OC 1217 (lyr.); ῥήματα τέρψαντά τι ib. 1281;οἱ τέρποντες λόγῳ ῥήτορες Th.3.40
;τὰ τέρψοντα X.Ages.9.4
.II more freq. in [voice] Pass. and [voice] Med.,1 in [dialect] Ep. the [tense] aor. [voice] Pass. is used, c. gen. rei, have full enjoyment of, enjoy to one's heart's content,ἐπεὶ τάρπημεν ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος Il.11.780
;ἐπεὶ τάρπησαν ἐδωδῆς Od.3.70
;σίτου τάρφθεν 6.99
; ; ὕπνου, εὐνῆς ταρπήμεναι, 24.3, Od.23.346; φιλότητος ἐταρπήτην ib. 300; ἥβης ταρπῆναι ib. 212: metaph., take one's fill of lamentation,τεταρπώμεσθα γόοιο Il.23.10
,98, Od. 11.212, cf. 19.213, 21.57.2 enjoy or delight oneself, c. dat. instr.,φρένα τ. φόρμιγγι Il.9.186
;μύθοισι Od.23.301
;δαιτί 1.26
;γόῳ φρένα 4.102
;δίσκοισιν Il.2.774
;ἐν θαλίῃς Od.11.603
, Hes.Op. 115; φιλότητι (or ἐν φ.)τραπείομεν εὐνηθέντε Il.3.441
, 14.314 (whereas in the phrase λέκτρονδε τραπείομεν εὐνηθέντες (v.l. -θέντε), Od.8.292, the form τραπείομεν seems to be taken by the poet as belonging to τρέπω, though others retain the usu. sense by connecting λέκτρονδε with εὐνηθέντες or by punctuating after λέκτρονδε); so in Trag.,λαμπάδι τερπόμεναι A.Eu. 1042
(lyr.), cf. S.OC 1140, etc.; delight in, (Egypt, i A.D.);τοῖς εὐώδεσι Sor. 2.29
; : c. part.,λόγοις.. οἷς σὺ μὴ τέρψῃ κλύων S.Ant. 691
;τέρπεται τιμώμενος E.Ba. 321
; τί ἂν.. ἀκούσας τερφθείης; X.Mem.2.1.24: abs., πῖνε καὶ τέρπευ drink and be merry, Hdt.2.78.3 with internal acc., οἴην μοῖραν δέκα μοιρέων τέρπεται ἀνήρ has only one tenth part of the enjoyment, Hes.Fr. 162;κενὴν ἐτερπόμην.. τέρψιν S.Fr. 577
;τέρπου κενὴν ὄνησιν E.Or. 1043
.4 freq. with words which limit its sense,θυμῷ Il.19.313
, Od.16.26;θυμόν Il.21.45
;κατὰ θυμόν Hes.Op.58
, 358;φρένα Il.1.474
, Od.4.102, etc.;φρεσὶν ᾗσι τετάρπετο Il.19.19
, cf. Od.5.74;ἐνὶ φρεσίν 8.368
;τεταρπόμενος φίλον κῆρ 1.310
;ἀπάταισι θυμὸν τέρπεται Pi.P.2.74
. (Cf. Skt. trpnoti 'take one's fill', Causative tarpáyati 'delight (trans.)', Opruss. ka enterpo.. ? 'what is the use of..?', Goth. paurfts, OE. pearf 'benefit', Goth. parf 'I need'.) -
18 τιβάθων
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τιβάθων
-
19 ἀγαπάω
I greet with affection (cf. foreg.), once in Hom., Od.l.c.:—in Trag. only show affection for the dead,ὅτ' ἠγάπα νεκρούς E.Supp. 764
, cf.Hel. 937:—[voice] Pass., to be regarded with affection,ξένων εὐεργεσίαις ἀγαπᾶται Pi.I.5(6).70
:— generally, love,ὥσπερ.. οἱ ποιηταὶ τὰ αὑτῶν ποιήματα καὶ οἱ πατέρες τοὺς παῖδας ἀγαπῶσι Pl.R. 330c
, cf. Lg. 928a; ὡς λύκοι ἄρν' ἀγαπῶσ' Poet. ap. Phdr. 241d; ἀ. τοὺς ἐπαινέτας ib. 257e; ἐπιστήμην, τὰ χρήματα, etc., Id.Phlb. 62d, al.; ; ; esp. of children,αὐτὸν ἐτιθηνούμην ἀγαπῶσα Id.Sam.32
, etc.:—[voice] Pass., Pl.Plt. 301d, etc.;ὑπὸ τῶν θεῶν ἠγαπῆσθαι D.61.9
;ὑπὸ τοῦ φθᾶ OGI90.4
(Rosetta, ii B. C.); so in LXX of the love of God for man and of man for God, Is.41.8, De.11.1, al., cf. Ev.Jo.3.21, Ep.Rom.8.28:—as dist. fr. φιλέω (q. v.) implying regard rather than affection, but the two are interchanged, cf. X.Mem.2.7.9 and 12; φιλεῖσθαι defined asἀγαπᾶσθαι αὐτὸν δι' αὑτόν Arist.Rh. 1371a21
:—seldom of sexual love, for ἐράω, Arist.Fr.76, Luc.JTr.2;ἀ. ἑταίραν Anaxil.22.1
(but ἀ. ἑταίρας to be fond of them, X.Mem.1.5.4; ἐρωτικὴν μέμψιν ἡ ἀγαπωμένη λύει dub. in Democr.271):—of brotherly love, Ev.Matt.5.43, al.3 caress, pet, Plu.Per.1.II of things, to be fond of, prize, desire, Pl.Ly. 215a, 215b, etc.;τὰ χρήματα R. 330c
;μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς Ev.Jo.3.19
; prefer,τὰ Φιλίππου δῶρα ἀντὶ τῶν κοινῇ τοῖς Ἕλλησι συμφερόντων D.18.109
:—[voice] Pass., highly prized, precious stones,Pl.
Phd. 110d.III to be well pleased, contented, once in Hom.,οὐκ ἀγαπᾷς ὃ ἕκηλος.. μεθ' ἡμῖν δαίνυσαι; Od.21.289
; freq. in [dialect] Att., ἀγαπᾶν ὅτι .. Th.6.36; more commonly, ἀ. εἰ .. to be well content if.., Lys.12.11, Pl.R. 450a, al.; ἐὰν .. ib. 330b, cf. Ar.V. 684, Pl.Grg. 483c, al.2 c. part.,ἀ. τιμώμενος Pl.R. 475b
, cf. Isoc.12.8, Antiph.169: c. inf.,οὐκ ἀ. τῶν ἴσων τυγχάνειν τοῖς ἄλλοις Isoc.18.50
, cf. D.55.19, Hdn.2.15.4, Alciphr. 3.61, Luc.DMort.12.4, etc.3 c. dat. rei, to be contented with,ἀ. τοῖς ὑπάρχουσιν ἀγαθοῖς Lys.2.21
;τοῖς πεπραγμένοις D.1.14
.4 c. acc. rei, tolerate, put up with,μηκέτι τὴν ἐλευθερίαν ἀ. Isoc. 4.140
;τὰ παρόντα D.6.15
;τὸ δίκαιον Pl.R. 359a
([voice] Pass.), cf. Arist. Rh. 1398a23.5 rarely c. gen., ἵνα.. τῆς ἀξίας ἀγαπῶσιν may be content with the proper price, Alex.125.7.6 abs., to be content,ἀγαπήσαντες Lycurg.73
, cf. Luc.Nec.17.7 c. inf., to be fond of doing, wont to do, like φιλέω, τοὺς Λυκίους ἀγαπῶντας τὸ τρίχωμα φορεῖν Arist.Oec. 1348a29, cf. LXX Ho.12.7. -
20 ἐμφανής
ἐμφαν-ής, ές,II visible to the eye, manifest,a of persons, S.Tr. 199, etc.; esp. of the gods appearing bodily among men, E.Ba.22, Ar.V. 733, Pl.Alc.2.141a; soὄψις ἐ. ἐνυπνίων A.Pers. 518
; ; ἐ. τινὰ ἰδεῖν see him bodily, S.Aj. 538, cf. Ar. Th. 682; ; πῶς ἂν ὑμὶν ἐμφανὴς.. γενοίμην; how could I make it manifest? Id.Ph. 531; ἐμφανὴς τιμαῖσιν, = ἐμφανῶς τιμώμενος, Id.OT 909 (lyr.); ἐ. ζῷα familiar animals, Epicur.Ep.2p.43U.b as legal term, ἐμφανῆ παρέχειν τινά to produce a person or thing in open court, Antipho 5.36, cf. D.56.38; so ἐμφανῆ καταστῆσαι produce in court, either the property or the vouchers, Id.52.10; ἐμφανῶν κατάστασις, actio ad exhibendum, Is.6.31, D.53.14.c of things, ; ἐ. τεκμήρια visible proofs, Id.El. 1109; ἄλγος ἐ. Pi.Fr. 210;κλαυθμός Hdt.1.111
; μεῖξις ib. 203;Χυμοί Thphr. CP6.3.4
([comp] Sup.); ἐ. κόσμος visible sky, Vett. Val.8.12; τὰ ἐ. κτήματα the actual property, X.HG5.2.10;τοῦ μέλλοντος καὶ μὴ -οῦς Th.3.42
; εἰς τοὐμφανὲς ἰέναι to come into light, come forward, X. Mem.4.3.13; εἰς τοὐ. ᾠοτοκεῖν, ζῳοτοκεῖν, Arist.HA 510b20, 511a23; ἀεὶ ἐ. εἶναι to be constantly in evidence, X.Ages.9.1.2 manifest, palpable, ;βία Th.4.86
; ἐ. λόγος a plain speech, A.Eu. 420; τῷ ἐμφανεῖ λόγῳ openly, Th.7.48;τὴν διάνοιαν ἐ. ποιεῖν διὰ φωνῆς Pl.Tht. 206d
;ἐμφανές ἐστιν ὅτι.. X.Hier.9.10
.III Adv. - νῶς, [dialect] Ion. - νέως, visibly, openly, Hdt.1.140, A.Ag. 626, Th.7.48, etc.; ; ἐ. ἐλευθεροῦν without doubt, Hdt.6.123; ἐ. ἠμύνατο openly, i.e. not secretly or treacherously, S.Tr. 278; οὐ λόγοις, ἀλλ' ἐ. but really, Ar.Nu. 611: [comp] Comp. .Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐμφανής
См. также в других словарях:
τιμώμενος — τῑμώμενος , τιμάω honour pres part mp masc nom sg τιμόω pres part mp masc nom sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
DISARES — memoratus Tertull. Apologet. c. 24. Unicuique etiam provinciae et civitati, suus Deus est: ut Syriae Astartes, ut Arabiae Disares: Arabum fuit Numen, Dusares Steph. sive Hermolao Byzantio dictus, ubi ait, Δουσάρη, σκόπελος καὶ κορυφὴ ὑ ψηλοτάτη… … Hofmann J. Lexicon universale
DYSARES — Arabum Deus, idem cum Dionysio, sive Sole. Vox uti suspicatur Voss. ex duts et arets, quorum prius gaudium, alterum notat terram. Disares Tertulliano dicitur Apolog c. 24. Unicuique etiam provinciae et civitati suus Deus est, ut Syriae Astarte,… … Hofmann J. Lexicon universale
εμφανής — ές (AM ἐμφανής, ές) ο καθαρά διακρινόμενος, έκδηλος, κατάδηλος, ορατός, φανερός, ολοφάνερος αρχ. μσν. επιφανής, σημαντικός, ένδοξος («ἀποσταλεὶς ἀνήρ Αἰγύπτιος», Διόδ. Σικ.) μσν. 1. φρ. «ἐμφανὴς γίγνομαι» παρουσιάζομαι, εμφανίζομαι 2. φρ. «εἰς τὸ … Dictionary of Greek
πέτρος — I Όνομα αγίων της Ανατ. και της Δυτ. Oρθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ένας από τους δώδεκα Απόστολους, τιμώμενος ως μια από τις μεγαλύτερες μορφές του χριστιανισμού. Το αρχικό όνομά του, που αλλάχτηκε από τον Ιησού σε Κηφά (πέτρα), ήταν Σίμων· γιος του… … Dictionary of Greek
πολύβλεπτος — ον, Μ πολύ τιμώμενος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + βλεπτος (< βλέπω), πρβλ. περί βλεπτος] … Dictionary of Greek
πόλεμος — Ένοπλος αγώνας στον οποίο καταφεύγουν τα κράτη για να υπερασπίσουν τα δικαιώματα ή τα συμφέροντά τους, όταν τα ειρηνικά μέσα έχουν αποδειχτεί ανώφελα. Παρόμοια σύγκρουση μπορεί να γίνει και μεταξύ αντίθετων μερίδων του ίδιου λαού και τότε… … Dictionary of Greek
τέρπω — ΝΜΑ παρέχω τέρψη, δίνω ευχαρίστηση, προξενώ ηδονή, χαροποιώ, ευαρεστώ, διασκεδάζω (α. «τόν τέρπει να παίζει με τα παιδιά του» β. «ἡ ἀγγελίη... ἔτερψε... [αὐτούς]», Ηρόδ. γ. «τί τ ἄρα φθονέεις ἐρίηρον ἀοιδὸν τέρπειν», Ομ. Οδ.) αρχ. 1. (στους επικ … Dictionary of Greek
τιβάθων — Α (κατά τον Ησύχ.) «τιμώμενος» … Dictionary of Greek
Δεληγιαννάκης — Επώνυμο οικογένειας εθνικών αγωνιστών από τα Σφακιά της Κρήτης, η οποία εγκαταστάθηκε στην Αργυρούπολη της Κρήτης, όπου τους δόθηκε το παρωνύμιο Φασούληδες. 1. Γεώργιος (1792 – 1822). Πολέμησε στο Ρέθυμνο και διορίστηκε πεντακοσίαρχος, τιμώμενος… … Dictionary of Greek
Κλόπστοκ, Φρίντριχ Γκότλιμπ — (Friedrich Gottlieb Klopstock, Κβέντλινμπουργκ 1724 – Αμβούργο 1803). Γερμανός ποιητής και δραματουργός. Από τα φοιτητικά του ήδη χρόνια, στη Λειψία, ξεκίνησε τη συγγραφή του ποιήματος Μεσσίας (1748 73). Μετά τη δημοσίευση των πρώτων ασμάτων που… … Dictionary of Greek