Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

συν-εξᾰκούω

См. также в других словарях:

  • συνεξακούω — ΜΑ υπονοώ κάτι από τα συμφραζόμενα αρχ. ακούω με λεπτομέρειες για κάποιον ταυτοχρόνως με κάποιον άλλο («τῶν ἔξωθεν συνεξακούουσιν οἱ ἐντός», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ἐξακούω «ακούω από απόσταση, μαθαίνω από άλλους, εννοώ»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»