-
1 εργασία
η1) работа, дело; занятие, деятельность;χειρωνακτική (διανοητική) εργασί — физическая (умственнная) работа;
κοινωνική εργασία — общественная работа;
γεωργικές εργασίες — сельскохозяйственные работы;
έχω πολλή εργασία — у меня много работы, дел;
οι εργασίες της εταιρίας επεκτάθηκαν — компания расширила
свою деятельность;2) служба, работа;μισθωτή εργασία — работа по найму;
πηγαίνω στην εργασία — ходить на работу;
ψάχνω να βρώ εργασία — искать работу;
3) работа, профессия;ποια είναι η εργασία σου; — ты чем занимаешься?, кем ты работаешь? 4) работа, труд;
σύμβαση εργασίας — трудовое соглашение;
παραγωγικότητα της εργασίας — производительность труда;
έχει πολλή εργασία αυτό — это требует большой работы, большого труда;
παίρνει ακριβά γιά την εργασία αυτή — он берёт дорого за эту работу;
5) работа, произведение;χειροποίητη εργασία — ручная работа;
καλλιτεχνική (λεπτή) εργασία — искусная (тонкая) работа;
πτυχιακή εργασία — дипломная работа;
6) работа, действие, функционирование (человека, коллектива);έχω εργασία — быть занятым; — иметь нагрузку;
7) πλ. работа; деятельность;οι εργασίες της τράπεζας — работа банка;
οι εργασίες της (συν)διασκέψεως — работа конференции;
κύκλος εργασίών — цикл работ
См. также в других словарях:
Ευστρατίου, Ιωάννης — (Μοσχονήσια, Μικρά Ασία 1860 – 1922). Εθνομάρτυρας, αρχιμανδρίτης, καθηγητής της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης (1860 1922). Σπούδασε θεολογία στη Χάλκη, όπου υπέβαλε πτυχιακή διατριβή με τον τίτλο Ότι ο πάπας ουκ εστίν αλάθητος. Στη συνέχεια,… … Dictionary of Greek
διαρθρώνω — διάρθρωσα, διαρθρώθηκα, διαρθρωμένος 1. συναρμολογώ κάτι σε ενιαίο σύνολο: Πρέπει να διαρθρώσω με προσοχή την πτυχιακή μου εργασία. 2. προφέρω καθαρά τις συλλαβές μιας λέξης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
АДАМИС — М. Адамис М. Адамис [греч. ̓Αδάμης] Михаил (род. 19.05.1929, Пирей), совр. греч. композитор, хоровой дирижер и музыковед. Учился в Афинской и Пирейской муз. школах, Греческой консерватории (1947 1959), пел в детском хоре при Афинской митрополии.… … Православная энциклопедия