Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

προ-εφίστημι

См. также в других словарях:

  • προὐφέστηκεν — προεφέστηκεν , πρό ἐφίστημι set plup ind act 3rd pl (epic doric ionic aeolic) προεφέστηκεν , πρό ἐφίστημι set perf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεφίστησιν — πρό ἐφίστημι set pres ind act 3rd sg προεφίστησιν , πρό ἐφιστάω pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεφίστημι — Α εφιστώ την προσοχή, καθιστώ προσεκτικό κάποιον εκ τών προτέρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἐφίστημι «κάνω κάποιον να προσέξει»] …   Dictionary of Greek

  • προεπιστῆσαι — πρό ἐφίστημι set aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεφεστηκώς — πρό ἐφίστημι set perf part act masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ίστημι — ἵστημι (ΑΜ) 1. τοποθετώ όρθιο κάτι, στήνω («ἔγχος μέν ῥ ἔστησε φέρων πρὸς κίονα» Ομ. Ιλ.) 2. (για ανδριάντες, οικοδομές, τρόπαια) ιδρύω, εγείρω («ἔστησε τρόπαια») μσν. (το μέσ.) ἵσταμαι 1. είμαι όρθιος, στέκομαι 2. (για οικοδομήματα) υψώνομαι,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»