Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

προδιαμαρτύρομαι

См. также в других словарях:

  • προδιαμαρτύρομαι — Α επικαλούμαι προηγουμένως τη μαρτυρία ενός προσώπου («πάντας ὡς ἂν εἰ προδιαμαρτυρομένη, χάριν τοῡ συντρῑψαι τοὺς Ἀχαιούς», Πολ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + διαμαρτύρομαι «επικαλούμαι ως μάρτυρες θεούς και ανθρώπους»] …   Dictionary of Greek

  • προδιαμαρτύρομαι — προδιαμαρτύ̱ρομαι , πρό διαμαρτύρομαι call gods and men to witness aor subj mp 1st sg (epic) προδιαμαρτύ̱ρομαι , πρό διαμαρτύρομαι call gods and men to witness pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ՆԱԽԱՎԿԱՅԵՄ — ( ) NBH 2 0397 Chronological Sequence: 5c ա. ՆԱԽԱՎԿԱՅԵԼ. πρωτομαρτύρομαι, προδιαμαρτύρομαι ante testor, praenuncio. Կանխաւ վկայել, կամ վկայութիւն դնել յառաջագոյն. *Յառաջ քարոզել զիւրաքանչիւր, եւ նախավկայել աւետաւորութիւն զառ ʼի յաստուած կենացն.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»