-
1 προδιαμαρτυρομαι
См. также в других словарях:
προδιαμαρτύρομαι — Α επικαλούμαι προηγουμένως τη μαρτυρία ενός προσώπου («πάντας ὡς ἂν εἰ προδιαμαρτυρομένη, χάριν τοῡ συντρῑψαι τοὺς Ἀχαιούς», Πολ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + διαμαρτύρομαι «επικαλούμαι ως μάρτυρες θεούς και ανθρώπους»] … Dictionary of Greek
προδιαμαρτύρομαι — προδιαμαρτύ̱ρομαι , πρό διαμαρτύρομαι call gods and men to witness aor subj mp 1st sg (epic) προδιαμαρτύ̱ρομαι , πρό διαμαρτύρομαι call gods and men to witness pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ՆԱԽԱՎԿԱՅԵՄ — ( ) NBH 2 0397 Chronological Sequence: 5c ա. ՆԱԽԱՎԿԱՅԵԼ. πρωτομαρτύρομαι, προδιαμαρτύρομαι ante testor, praenuncio. Կանխաւ վկայել, կամ վկայութիւն դնել յառաջագոյն. *Յառաջ քարոզել զիւրաքանչիւր, եւ նախավկայել աւետաւորութիւն զառ ʼի յաստուած կենացն.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)