Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

προαυλέω

См. также в других словарях:

  • προαύλιον — neut nom/voc/acc sg προαύλιον , προαυλέω imperf ind act 3rd pl (doric) προαύλιον , προαυλέω imperf ind act 1st sg (doric) προαύλιον , προαυλέω imperf ind act 3rd pl (doric) προαύλιον , προαυλέω imperf ind act 1st sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαυλοῦσι — προαυλέω pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) προαυλοῦσι , προαυλέω pres ind act 3rd pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαυλεῖν — προαυλέω pres inf act (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαυλήσαντες — προαυλέω aor part act masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαυλίοις — προαύλιον neut dat pl προαυλίοις , προαυλέω pres opt act 2nd sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαυλίων — προαύλιον neut gen pl προαυλίων , προαυλέω pres part act masc nom sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»