Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

πραεῖα

См. также в других словарях:

  • πραεῖα — πρᾱεῖα , πρᾶος Gött. Nachr. fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πραείᾳ — πρᾱείᾱͅ , πρᾶος Gött. Nachr. fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρᾳεῖα — πρᾱͅεῖα , πρᾶος Gött. Nachr. fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρᾳεία — πρᾱͅείᾱ , πρᾶος Gött. Nachr. fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρᾳείᾳ — πρᾱͅείᾱͅ , πρᾶος Gött. Nachr. fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»