Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

περι-λείβομαι

См. также в других словарях:

  • περιλείβομαι — Α (ποιητ. τ.) χύνομαι, ρέω από όλες τις μεριές, περιχύνομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + λείβομαι «χύνομαι, ρέω»] …   Dictionary of Greek

  • λείπω — (AM λείπω, Μ και λείβγω) 1. δεν υπάρχω, ελλείπω (α. «από το βιβλίο λείπουν τα πρώτα φύλλα» β. «λείπουσι δὲ [αἱ τρίχες] καὶ ῥέουσι κατὰ τὴν ἡλικίαν αἱ ἐκ τῆς κεφαλῆς καὶ μάλιστα καὶ πρῶται», Αριστοτ. γ. «λείπει μὲν οὐδ ἃ πρόσθεν εἴδομεν τὸ μὴ οὐ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»