-
1 Πειρήνη
-
2 Πειρηνη
-
3 πειρήνη
πειραίνωfasten by the ends: aor subj mid 2nd sg (epic)πειραίνωfasten by the ends: aor subj act 3rd sg (epic) -
4 πειρήνῃ
πειραίνωfasten by the ends: aor subj mid 2nd sg (epic)πειραίνωfasten by the ends: aor subj act 3rd sg (epic) -
5 Πειρήνῃ
Βλ. λ. Πειρήνη -
6 Πειρήνην
Πειρήνηfem acc sg (attic epic ionic) -
7 Πειρήνης
Πειρήνηfem gen sg (attic epic ionic) -
8 Πειρανα
-
9 Πειρήνας
Πειρήνᾱς, Πειρήνηfem acc plΠειρήνᾱς, Πειρήνηfem gen sg (doric aeolic) -
10 πείρινθα
Grammatical information: f.Meaning: `cart-basket' (Hom.).Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]Etymology: Like many words in - νθ- prob. Pre-Greek. Several PN are connected with it: Πειρήνη, Πειραιεύς etc. (Bosshardt 141, Deroy Glotta 35, 191, v. Windekens Beitr. z. Namenforsch. 7, 312 f.); also Πειρίθοος (?; Grumach OLZ 1931, 1011). Diff. on Πειραιεύς, - αιός Χάτζῆς (s. Kretschmer Glotta 17, 262): prop. "ferry-man", to περάω etc.; not convincing.Page in Frisk: 2,491Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > πείρινθα
См. также в других словарях:
Πειρήνη — fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πειρήνῃ — Πειρήνη fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πειρήνη — Περίφημη κρήνη της αρχαίας Κορίνθου. Αναφέρεται αρχικά από τον Πίνδαρο, που λέει πως από το όνομά της ονομαζόταν και η πόλη της Κορίνθου άστυ Πειράνας. Ο Ηρόδοτος την αναφέρει ως ωραία. Ο Ευριπίδης, εγκωμιάζει το νερό της και αναφέρει το… … Dictionary of Greek
πειρήνῃ — πειραίνω fasten by the ends aor subj mid 2nd sg (epic) πειραίνω fasten by the ends aor subj act 3rd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Пирена — (Πειρήνη) источник на Акрокоринфе, цитадели Коринфа, существующий доселе и замечательный необычайно прозрачной водой. Одни предания считали его подарком речного бога Асопа Сизифу, указавшему ему место, куда Зевс скрыл его дочь Эгину; другие… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Πειρήνην — Πειρήνη fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πειρήνης — Πειρήνη fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… … Dictionary of Greek
Пирена — (Pirene, Πειρήνη). Источник в Коринфе, близ которого Беллерофонт поймал Пегаса. (Источник: «Краткий словарь мифологии и древностей». М.Корш. Санкт Петербург, издание А. С. Суворина, 1894.) ПИРЕНА (Πειρήνη), в греческой мифологии: 1) одна из… … Энциклопедия мифологии
Πήγασος — I Φτερωτό άλογο της μυθολογίας. Ήταν γιος του Ποσειδώνα και της Μέδουσας. Αναπήδησε από το αίμα της μητέρας του όταν την αποκεφάλισε ο Περσέας. Σύμφωνα με άλλο μύθο, ξεπήδησε από το χώμα της Ακρόπολης όταν ο Ποσειδώνας, μαλώνοντας με την Αθηνά… … Dictionary of Greek
Πειρήνας — Πειρήνᾱς , Πειρήνη fem acc pl Πειρήνᾱς , Πειρήνη fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)