Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

οἱοσδήποτε

См. также в других словарях:

  • οἱοσδήποτε — such as indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οιοσδήποτε — οιαδήποτε, οιονδήποτε (ΑΜ οἱοσδήποτε, οἱαδήποτε, οἱονδήποτε) (αντων.) οποιοσδήποτε, όποιος και αν είναι («οιοσδήοτε βεβιασμένος χειρισμός συνεπάγεται επιδείνωση τής κατάστασης»). επίρρ... οἱωσδήποτε (ΑΜ) με οποιονδήποτε τρόπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἷος… …   Dictionary of Greek

  • μύθος — Παραδοσιακή αφήγηση ενός λαού, στην οποία αποδίδονται ιδιαίτερες αξίες ιερού χαρακτήρα. Ο όρος, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τις φανταστικές διηγήσεις, υποδηλώνει μέχρι σήμερα την πιθανότητα και την αντικειμενική αναξιοπιστία… …   Dictionary of Greek

  • οιοσδήτις — οἱοσδήτις, οἱαδήτις, οἱονδήτις (ΑΜ) (αντων.) οποιοσδήποτε, οιοσδήποτε. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἵος (II) + δη + τις] …   Dictionary of Greek

  • οιοσδηποτούν — οἱοσδηποτοῡν, οἱαδηποτοῡν, οἱονδηποτοῡν (ΑΜ) (αντων.) οποιοσδήποτε. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἱοσδήποτε + οὖν (πρβλ. οιοσ ούν)] …   Dictionary of Greek

  • οιοσποτούν — οἱοσποτοῡν, οἱαποτοῡν, οἱονποτοῡν (Α) (αντων.) οποιοσδήποτε, οιοσδήποτε. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἷος (II) + εγκλιτ. μόριο ποτέ + οὖν] …   Dictionary of Greek

  • οτιδήποτε — (ΑΜ ὁτιδήποτε) (αόρ. αντων.) βλ. οιοσδήποτε …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»