-
1 волна
το κύμαбортовая - мор. η θάλασσα (κύμα) από την πλευράвзрывная - см. ударная -встречная - мор. αντίθετο/πρυμναίο -- ы де Бройля см. - ы материи детонационная - εκπυρσοκρότησης- ουρανούкилометровые - ы см. длинные -кормовая мор. - πρύμνης- ы материи - τα ύλης, υλικά - ταметровые - ы (диапазон весьма высоких частот 30-300 MHz) λίαν βραχέα - ταмиллиметровые - ы (диапазон чрезвычайно высоких частот 30-300 GHz) χιλιοστομετρικό - (περιοχής φάσματος μεταξύ των συχνοτήτων 30 και 300 GHz)мири-аметровые - см. сверхдлинные -носовая - мор. - πλώρης- ы Рэлея επιφανειακά - τα, μακρά - ταсантиметровые - ы (диапазон сверхвысоких частот 3-30 GHz) υπερβραχέα - τα, τα μικροκύματαсверхзвуковая - υπερακουστικό -, υπερηχητικό -световая - (ядерного взрыва) - φωτός, φωτεινό -сильная - мор. η τρικυμία, η φουρτούναсредние - ы (диапазон средних частот 300 kHz - 3 MHz) μεσαία - τα, μέσα - τα (μεσαίας/μέσης συχνότητας)- κρούσης, κρουστικό -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > волна
-
2 godsend
noun (a very welcome piece of unexpected good luck: Your cheque was an absolute godsend.) μάννα εξ' ουρανού -
3 просвет
[πρασβιέτ] ουσ. α. το φωτεινό μέρος του ουρανού -
4 просвет
[πρασβιέτ] ουσ α το φωτεινό μέρος του ουρανού -
5 между
πρόθ. με γεν. κ. οργν. μεταξύ, ανάμεσα•между двух огней μεταξύ δύο πυρών•
между небом и землёй μεταξύ ουρανού και γης•
странами μεταξύ των χωρών•
между горами μεταξύ βουνών•
между нами μεταξύ μας•
между ним и женой ανάμεσα σ αυτόν και τη σύζυγο του•
за мир и дружбу между народами για ειρήνη και φιλία ανάμεσα στους λαούς•
между ними будет сказано αυτό θα το ξέρομε μόνο οι δυο μας.
εκφρ.нами (говоря); – (για μυστικό) ανάμεσα μας•между прочим – ανάμεσα στ' άλλα, μεταξύ των άλλων•между тем – στο μεταξύ, εν τω μεταξύ•а между тем – στην πραγματικότητα•между тем как... – ενώ, όταν, τη στιγμή που... -
6 просветление
-я ουδ.1. ξαστέρωμα• α ιθρίαση•просветление неба ξαστέρωμα του ουρανού.
2. μτφ. φώτιση, λάμψη, διαύγαση. -
7 птица
-ы θ.1. πτηνό, πουλί•домашние -ы οικόσιτα πτηνά•
хишные -ы αρπαχτικά πτηνά•
морская птица θαλασσοπούλι.
2. ειρν. κοινωνικός παράγοντας.εκφρ.обстрелянная (стрелянная) птица – έμπειρος, πεπειραμένος, ψημένος• μπαρουτοκαπνισμένος•жить как небесная птица – ζω σαν το πουλί του ουρανού (αμέριμνα, όσα παν κι όσα έρθουν). -
8 разверзнуть
-ну, -нешь, παρλθ. χρ. разверз κ. разверзнул-ла, -ло, μτχ. παρλθ. разверзнувший κ. разверзший, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. разверстый, βρ: -верст, -а, -оρ.σ.μ. (γραπ. λόγος)• ανοίγω πλατιά, δημιουργώ χάσμα.ανοίγομαι πλατιά•небеса -лись άνοιξαν οι καραρράκτες (κρουνοί) του ουρανού•
бездна -лась под его ногами άβυσσος άνοιξε κάτω από τα πόδια του•
как будто земля -лась под ним и его поглотила σαν να άνοιξε η γη και τον κατάπιε.
-
9 светило
-а ουδ.1. άστρο, αστέρι• πλθ. -а τα αστέρια, τα ουράνια φώτα, οι φανοί του ουρανού, του στερεώματος.2. μτφ. φωστήρας•науки φωστήρας της επιστήμης.
εκφρ.-дня ή дневное светило – ο ήλιος•светило ночи ή ночное светило – το φεγγάρι•-а ночи ή ночные -а – τα αστέρια. -
10 хлябь
-и θ.1. (ενκ. κ. πλθ. έχουν την ίδια σημ.)• παλ. άβυσσος• βάθος2. νερόλα-σπη.εκφρ.разверзлись -и небесные – άνοιξαν οι καταρράχτες (ή οι κρουνοί) του ουρανού (ρίχνει δυνατή βροχή). -
11 Ambient
adj.V. περιπτυχής.The ambient air: use V. οὐρανοῦ περιπτυχαί, αἱ.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Ambient
-
12 Circumambient
adj.V. περιπτυχής.The circumambient heaven: V. οὐρανοῦ περιπτυχαί, αἱ.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Circumambient
-
13 Cloudy
adj.P. συννέφελος, Ar. περινέφελος.The rain and the cloady state of the weather caused the ships to lose their way and get confused in the darkness: P. ὑετός τε καὶ τὰ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ συννέφαλα ὄντα πλάνησιν τῶν νεῶν ἐν τῷ σκότει καὶ ταραχὴν πάρεσχε (Thuc. 8, 42).Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Cloudy
-
14 Expanse
subs.Open space: P. εὐρυχωρία, ἡ.Wide stretch of space: V. πλάξ, ἡ.They pass over wide expanses of plain: V. χωροῦσι... πεδίων ὑποτάσεις (Eur., Bacch. 748).The expanse of heaven: V. αἰθέρος κύκλος, ὁ, οὐρανοῦ περιπτυχαί, αἱ.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Expanse
-
15 Vault
subs.Underground room: P. οἴκησις κατάγειος, ἡ, V. κατῶρυξ, ἡ.Hiding-place: V. κευθμών, ὁ.Cave: P. σπήλαιον, τό (Plat.); see Cave.Arch: P. ἁψίς, ἡ (also Ar., Thesm. 53 in metaphorical sense).The vault of heaven: P. ἡ ὑπουράνιος ἁψίς (Plat., Phaedr. 247B). V. οὐρανοῦ ἀναπτυχαί, αἱ (Soph., frag.), or use Ar. and V. κύκλος, ὁ.Tomb: see Tomb.Leap: see Leap.——————v. trans.Leap over: Ar. ὑπερπηδᾶν (acc.), Ar. and P. διαπηδᾶν (acc. or absol.), V. ὑπερθρώσκειν (acc. or gen.).V. intrans.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Vault
См. также в других словарях:
Οὐρανοῦ — Οὐρανός heaven masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οὐρανοῦ — οὐρανός heaven masc gen sg οὐρανόω remove to heaven imperf ind mp 2nd sg οὐρανόω remove to heaven pres imperat mp 2nd sg οὐρανόω remove to heaven imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οὐράνου — οὐρανόω remove to heaven imperf ind act 3rd sg οὐρανόω remove to heaven pres imperat act 2nd sg οὐρανόω remove to heaven imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
κοσμογονία — Το σύνολο των μύθων και των παραδόσεων που ερμηνεύουν την προέλευση του κόσμου και του ανθρώπου. Η έννοια της κ. δεν αντιστοιχεί πάντοτε στην έννοια της δημιουργίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις περιγράφεται ως μεταμόρφωση μιας αδιαφοροποίητης… … Dictionary of Greek
Небесное воинство — неоднократно встречающееся в Библии совокупное именование ангелов, а также небесных светил[1]. Ангельское воинство трубит победу … Википедия
αστρονομία — Επιστήμη συγγενική με τη φυσική και τα μαθηματικά, που ερευνά τα φαινόμενα των αστέρων· η επιστήμη που μελετά τη φυσική κατάσταση, τη θέση, την κίνηση, τη σύσταση και την εξέλιξη των αστέρων. Η λέξη αστέρες λαμβάνεται εδώ στην όσο το δυνατόν… … Dictionary of Greek
ζενίθ — (Αστρον.). Νοητό σημείο του ουρανού το οποίο βρίσκεται στην κατακόρυφο που διέρχεται από τον παρατηρητή και συναντά τον ουράνιο θόλο. Το ακριβώς αντίθετο σημείο της ίδιας κατακόρυφου λέγεται ναδίρ. Το ζ. καθώς και το ναδίρ βρίσκονται στη νοητή… … Dictionary of Greek
πλανητάριο — (Αστρον.). Μηχανισμός με τον οποίο γίνεται δυνατή η αναπαράσταση των κινήσεων των πλανητών. Μετά την κατασκευή του πολύπλοκου αυτού μηχανισμού από τον καθηγητή Μπάουερσφελντ της εταιρείας Zeiss της Ιένας, τον οποίο ο ίδιος επινόησε, το όνομα π.… … Dictionary of Greek
Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… … Dictionary of Greek
Du ciel — 1ère page du Traité du ciel (édition de 1837) Du ciel (en grec : Περί ουρανού, et en latin De caelo) est un traité d Aristote dans lequel il donne sa théorie sur les astres. Cet ouvrage ne doit pas être confondu avec le De Mundo de Pseudo… … Wikipédia en Français