Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ξυσταδόν

См. также в других словарях:

  • ξυσταδόν — συσταδόν , συσταδόν standing close together indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συσταδόν — και αττ. ξυσταδόν Α επίρρ. σε πυκνή παράταξη. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. συστα τού συνίσταμαι (πρβλ. παθ. μέλλ. συστα θήσομαι) + επιρρμ. κατάλ. δόν (πρβλ. παρα στα δόν)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»