Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

νισσόμεθα

См. также в других словарях:

  • νισσόμεθα — νίσσομαι go pres ind mp 1st pl νίσσομαι go imperf ind mp 1st pl (homeric ionic) νίζω wash the hands aor subj mid 1st pl (epic) νίζω wash the hands fut ind mid 1st pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νισσόμεθ' — νισσόμεθα , νίσσομαι go pres ind mp 1st pl νισσόμεθα , νίσσομαι go imperf ind mp 1st pl (homeric ionic) νισσόμεθα , νίζω wash the hands aor subj mid 1st pl (epic) νισσόμεθα , νίζω wash the hands fut ind mid 1st pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νίσσομαι — και νίσομαι (Α) 1. επιστρέφω, γυρίζω («οἴκαδε νισσόμεθα κενεὰς, σὺν χεῑρας ἔχοντες», Ομ. Οδ.) 2. πορεύομαι, πηγαίνω, αποχωρώ, απέρχομαι («ἐπί νηῶν νίσσομαι» πορεύομαι διά θαλάσσης, ταξιδεύω με πλοίο, Ησιόδ.) 3. φρ. «οὐρανόθεν νίσομαι» κατεβαίνω… …   Dictionary of Greek

  • συν — σύν ΝΜΑ, και ξὺν και βοιωτ. τ. σούν Α (κύρια μονοσύλλαβη πρόθεση, στη νεοελλ. κυρίως σε λόγια χρήση, η οποία συντάσσεται με δοτική) 1. μαζί, από κοινού (α. «συν γυναιξί και τέκνοις» β. «ἐπαιδεύετο σὺν τῷ ἀδελφῷ», Ξεν.) 2. με τη βοήθεια (α. «συν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»