Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

νεκύα

См. также в других словарях:

  • νεκύα — νεκύα, ἡ (Α) βλ. νέκυια …   Dictionary of Greek

  • νέκυα — νέκυς corpse masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νέκυια — η (Α νέκυια και νεκύα) 1. μαγική τελετή που αποσκοπούσε στην πρόσκληση τού πνεύματος κάποιου νεκρού από τον Άδη για να μαντεύσει για το μέλλον («μάγων τοὺς ἀρίστους ζητήσαντι νεκυίᾳ τε χρησαμένῳ μαθεῑν περὶ τοῡ τέλους τοῡ βίου αὐτοῡ», Ηρωδιαν.) 2 …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»