Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

κᾰδίσκος

См. также в других словарях:

  • καδίσκος — voting urn masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καδίσκος — ο (Α καδίσκος) [κάδος] μικρός κάδος αρχ. 1. κάλπη στην οποία οι δικαστές έριχναν τις ψήφους τους (α. «ὁ δὲ καδίσκος... ὁ μὲν ἀπολύων οὗτος, ὁ δ ἀπολλὺς ὁδί», Φρύν. β. «καδίσκων τεττάρων τεθέντων κατὰ τὸν νόμον», Λυκούργ.) 2. (κατά τον Ησύχ.)… …   Dictionary of Greek

  • καδίσκοι — καδίσκος voting urn masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καδίσκοιν — καδίσκος voting urn masc gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καδίσκοις — καδίσκος voting urn masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καδίσκον — καδίσκος voting urn masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καδίσκου — καδίσκος voting urn masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καδίσκους — καδίσκος voting urn masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καδίσκων — καδίσκος voting urn masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καδίσκῳ — καδίσκος voting urn masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • СУДОПРОИЗВОДСТВО —    • Iudicium,          процесс.          a) Аттическое (ср. Meier Schömann, der attische Process, 1824, вновь изд. Липсиусом, 1883; E. Platner, Beiträge zur Kenntniss des attischen Rechts, 1820 и der Process und die Klagen bei den Attikern, 1824 …   Реальный словарь классических древностей

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»