Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κόμισ-τρον

См. также в других словарях:

  • στλέγγιστρον — και στέλγιστρον και στέργγιστρον, τὸ, Α στλεγγίδα, ξύστρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < στλεγγίζω + επίθημα τρον (πρβλ. κόμισ τρον)] …   Dictionary of Greek

  • τίλτρον — τὸ, Α αμοιβή για τον καθαρισμό ή για την εξαγωγή ινών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τίλλω* «μαδώ» + επίθημα τρον (πρβλ. κόμισ τρον)] …   Dictionary of Greek

  • λύτρο — το (AM λύτρον) συν. στον πληθ. τα λύτρα το χρηματικό ποσό που καταβάλλεται για απελευθέρωση αιχμαλώτου («οι απαγωγείς ζήτησαν λύτρα για να τόν ελευθερώσουν») μσν. 1. διάσωση, απελευθέρωση 2. σωτηρία αρχ. 1. ποσό που καταβάλλεται για ανάληψη… …   Dictionary of Greek

  • ρύτρον — τὸ, Α ευχαριστήρια θυσία ή προσφορά για σωτηρία από νόσο ή από κίνδυνο («ῥῡτρα λυτήρια, σωτήρια, σῶστρα», Ησύχ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ῥῡ τού ἐρύω (ΙΙ) «προστατεύω» + επίθημα τρον (πρβλ. κόμισ ρον, σῶσ τρον)] …   Dictionary of Greek

  • οικοδόμητρα — οἰκοδόμητρα, τὰ (Α) αμοιβή κατασκευής. [ΕΤΥΜΟΛ. < οικοδομώ + επίθημα τρα, πληθ. τού τρον, που απαντά συχνά σε λ. οι οποίες δηλώνουν πληρωμή ή αμοιβή (πρβλ. δίδακ τρα, κόμισ τρα)] …   Dictionary of Greek

  • σώστρα — τα / σῶστρα, ΝΑ νεοελλ. ναυτ. αμοιβή για τη διάσωση πλοίου που έχει εγκαταλειφθεί από το πλήρωμα ή για τη διάσωση τμημάτων τού πλοίου ή τού φορτίου του αρχ. 1. ευχαριστήρια θυσία για σωτηρία 2. αμοιβή για την προσαγωγή ζώων ή δούλων που είχαν… …   Dictionary of Greek

  • τήρητρα — τὰ, Α δαπάνη για επιτήρηση, για φύλαξη, τα φύλακτρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τηρῶ (Ι) + επίθημα τρα, πληθ. τού τρον, που απαντά συχνά σε λ. που δηλώνουν αμοιβή ή πληρωμή (πρβλ. κόμισ τρα, λύ τρα)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»