-
1 κραπαταλός
A fish, hence = μωρός, Hsch.: Κραπαταλοί, title of play by Pherecrates, in which he says that the κραπαταλός is used for δραχμή in Hades, Poll.9.83.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κραπαταλός
-
2 κραπαταλός
-
3 κραπαταλός
κραπαταλός, ὁ, so nannte Pherecrat. in der gleichnamigen Comödie eine im Hades gangbare Münze. Auch eine Art von Fischen
См. также в других словарях:
κραπαταλός — και κραπαταλλός και κραπάταλος, ὁ (Α) 1. είδος ευτελούς ψαριού 2. είδος ζυμαρικού 3. μωρός, ανόητος 4. (στον πληθ. ως κύριο όν.) Κραπαταλοί τίτλος κωμωδίας τού Φερεκράτους, στην οποία ο συγγραφέας λέγει ότι ο κραπαταλός χρησιμοποιείται αντί… … Dictionary of Greek
κραπαταλίας — κραπαταλίας, ὁ (Α) [κραπαταλός] επιπόλαιος, ανόητος … Dictionary of Greek
Φερεκράτης — Αθηναίος ηθοποιός και κωμωδιογράφος της αρχαίας αττικής κωμωδίας. H δράση του σημειώνεται στο δεύτερο μισό του 5ου αι. π.Χ., λίγο πριν από τον Αριστοφάνη. Του αποδίδονται πολλές κωμωδίες, από τις οποίες οι τρεις θεωρούνται νόθες. Οι τίτλοι τους… … Dictionary of Greek