Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

κομουνιστής

См. также в других словарях:

  • κομουνιστής — ο θηλ. κομουνίστρια (λ. λατ.), αυτός που έχει κομουνιστικές ιδέες, ο οπαδός του κομουνιστικού κόμματος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Βουλγαρία — Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο.Συνορεύει στα Β με τη Ρουμανία, στα Δ με τη (Νέα) Γιουγκοσλαβία (ΒΔ) και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΝΔ), στα Ν με την Ελλάδα και την Τουρκία, ενώ Α βρέχεται από… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Βορόνσκι, Αλεξάντρ — (Alessandr Voronski, Ντομπρίνκα, Ταμπόφ 1884 – 1943).Ρώσος κριτικός λογοτεχνίας και συγγραφέας. Θεωρητικός του μαρξισμού και στρατευμένος κομουνιστής, διηύθυνε από το 1921 έως το 1927 το φιλολογικό περιοδικό Κρασνάγια Νο β και υπήρξε ο εμπνευστής …   Dictionary of Greek

  • Γκόρτερ, Χέρμαν — (Herman Gorter, Βόρμερφεερ 1864 – Βρυξέλλες 1927). Ολλανδός συγγραφέας. Έγινε διάσημος το 1889 με το ποίημα Μάης,έπος με 4.000 δεκασύλλαβους στίχους, το οποίο με το αίσθημα της φύσης, τον πλούτο και τη μουσικότητα της γλώσσας, θεωρείται από τις… …   Dictionary of Greek

  • Ζαμιάτιν, Εβγκένι Ιβάνοβιτς — (Evgenii Ivanovich Zamiatin, Λέμπεντιαν 1884 – Παρίσι 1937). Ρώσος συγγραφέας. Ναυπηγός και ενθουσιώδης κομουνιστής πριν από την επανάσταση, ήδη το 1911, δημοσίευσε το διήγημα Επαρχιακή πόλη, έργο αρκετά ωμό και πλούσιο σε εκφραστικές καινοτομίες …   Dictionary of Greek

  • Ισλανδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ισλανδίας Έκταση: 103.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 279.384 (2002) Πρωτεύουσα: Pέικιαβικ (112.268 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της βόρειας Ευρώπης. Βρέχεται από τον Βόρειο Ατλαντικό ωκεανό καθώς και από τη θάλασσα της… …   Dictionary of Greek

  • Καρπεντιέρ, Αλέχο — (Alejo Carpentier, Αβάνα 1904 – Παρίσι 1980). Κουβανός συγγραφέας. Το 1921 ξεκίνησε σπουδές στην αρχιτεκτονική, αλλά σύντομα τις εγκατέλειψε. Συμμετείχε στην ομάδα των Μινοριστών, μια μαχητική ομάδα νεαρών διανοουμένων της Αριστεράς που… …   Dictionary of Greek

  • Κόλβιτς, Κέτε Σμιντ — (Kathe Schmidt Kollwitz, Κένιξμπεργκ 1867 – Μόριτσμπουργκ, Δρέσδη 1945). Γερμανίδα γλύπτρια και χαράκτρια. Επηρεάστηκε από τις σοσιαλιστικές ιδέες της οικογένειάς της (ο παππούς της ήταν ιεροκήρυκας και είχε δημιουργήσει μια κοινότητα ελεύθερων… …   Dictionary of Greek

  • Μαζοβιέτσκι, Ταντέους — (Tadeusz Mazowiecki, Πλοτσκ 1927 –). Πολωνός πολιτικός. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Ακαδημία Επιστημών της Βαρσοβίας. Το 1956 ήταν ένα από τα ιδρυτικά στελέχη της Λέσχης Καθολικών Διανοουμένων, καθώς και συνιδρυτής και αρχισυντάκτης του… …   Dictionary of Greek

  • Μάο Τσε-τουνγκ — (Mao Zedong / Mao Che Tung, Σιαο Σιάν, Χουνάν 1893 – Πεκίνο 1976). Κινέζος πολιτικός, πρόεδρος του Κομουνιστικού Κόμματος της Κίνας και πρώτος πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Ήταν γιος γαιοκτήμονα και ξεκίνησε τις σπουδές του στο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»