-
1 κατιθυνω
См. также в других словарях:
κατιθύνω — (Α) ιων. και επιτ. τ. τού κατευθύνω* … Dictionary of Greek
κατιθῦναι — κατιθύνω aor inf act κατῑθῦναι , κατιθύνω aor inf act (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατιθύνῃ — κατιθύ̱νῃ , κατιθύνω aor subj mid 2nd sg κατιθύ̱νῃ , κατιθύνω aor subj act 3rd sg κατιθύ̱νῃ , κατιθύνω pres subj mp 2nd sg κατιθύ̱νῃ , κατιθύνω pres ind mp 2nd sg κατιθύ̱νῃ , κατιθύνω pres subj act 3rd sg κατῑθύ̱νῃ , κατιθύνω aor subj mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατίθυνον — κατίθῡνον , κατιθύνω aor imperat act 2nd sg κατί̱θῡνον , κατιθύνω aor imperat act 2nd sg (epic ionic) κατί̱θῡνον , κατιθύνω imperf ind act 3rd pl (epic ionic) κατί̱θῡνον , κατιθύνω imperf ind act 1st sg (epic ionic) κατίθῡνον , κατιθύνω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατιθύνει — κατιθύ̱νει , κατιθύνω aor subj act 3rd sg (epic) κατιθύ̱νει , κατιθύνω pres ind mp 2nd sg κατιθύ̱νει , κατιθύνω pres ind act 3rd sg κατῑθύ̱νει , κατιθύνω aor subj act 3rd sg (epic ionic) κατῑθύ̱νει , κατιθύνω pres ind mp 2nd sg (epic ionic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατίθυνεν — κατί̱θῡνεν , κατιθύνω aor ind act 3rd sg (epic ionic) κατί̱θῡνεν , κατιθύνω imperf ind act 3rd sg (epic ionic) κατίθῡνεν , κατιθύνω aor ind act 3rd sg (homeric ionic) κατίθῡνεν , κατιθύνω imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) κατί̱θῡνεν ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατιθύνηισι — κατιθύ̱νῃσι , κατιθύνω aor subj act 3rd sg (epic) κατιθύ̱νῃσι , κατιθύνω pres subj act 3rd sg (epic) κατῑθύ̱νῃσι , κατιθύνω aor subj act 3rd sg (epic ionic) κατῑθύ̱νῃσι , κατιθύνω pres subj act 3rd sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατιθύνοντα — κατιθύ̱νοντα , κατιθύνω pres part act neut nom/voc/acc pl κατιθύ̱νοντα , κατιθύνω pres part act masc acc sg κατῑθύ̱νοντα , κατιθύνω pres part act neut nom/voc/acc pl (epic ionic) κατῑθύ̱νοντα , κατιθύνω pres part act masc acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατιθύναι — κατιθύ̱ναῑ , κατιθύνω aor opt act 3rd sg κατῑθύ̱ναῑ , κατιθύνω aor opt act 3rd sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατιθύνειν — κατιθύ̱νειν , κατιθύνω pres inf act (attic epic) κατῑθύ̱νειν , κατιθύνω pres inf act (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατιθύνεσκε — κατιθύ̱νεσκε , κατιθύνω imperf ind act 3rd sg (epic ionic) κατῑθύ̱νεσκε , κατιθύνω imperf ind act 3rd sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)