Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

εὐστοχίη

См. также в других словарях:

  • εὐστοχίη — εὐστοχία skill in shooting at a mark fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐστοχίῃ — εὐστοχία skill in shooting at a mark fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευστοχία — η (ΑΜ εὐστοχία, Α και εὐστοχίη) [εύστοχος] 1. η δεξιότητα στην επιτυχία τού σκοπού, η επιτυχία βολής (α. «ἐπὶ τόξων εὐστοχίᾳ γάνυται», Ευρ. β. «ευστοχία πυροβόλου») 2. η επιδεξιότητα στο να παίρνει κάποιος τις σωστές αποφάσεις και να δράττεται… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»