Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

εκπαιδευτικό

См. также в других словарях:

  • Ντάλτον, σχέδιο του- — Εκπαιδευτικό και σχολικό πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στην πόλη Ντάλτον της Μασαχουσέτης, το 1920 με πρωτοβουλία της Έλεν Παρκχερστ, η οποία το εμπνεύστηκε από τις θεωρίες του Μοντεσκιέ και του Ντιούι. Με αφετηρία την αναζήτηση μιας εκπαιδευτικής… …   Dictionary of Greek

  • Παιδαγωγική Ακαδημία — Εκπαιδευτικό ίδρυμα, που ιδρύθηκε το 1920 με νόμο και είχε σκοπό τη διετή μετεκπαίδευση επίλεκτων λειτουργών της Μέσης Εκπαίδευσης. Προσαρτήθηκε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο και λειτούργησε από το 1924 μέχρι το 1926 με διευθυντή τον Δημήτρη Γληνό. Ο …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …   Dictionary of Greek

  • κολέγιο — το (Μ κολλέγιον) νεοελλ. 1. εκπαιδευτικό ίδρυμα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας ή μόνο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο οποίο συνήθως ο μαθητής, εκτός από τις ώρες τών μαθημάτων, μπορεί να μείνει και την υπόλοιπη μέρα για μελέτη («Κολλέγιο Αθηνών») …   Dictionary of Greek

  • TEI of Crete — Infobox University name =Technological Educational Institute of Crete native name =Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Κρήτης motto = established =1983 type =Public endowment = staff = faculty = president = provost = principal = rector = chancellor …   Wikipedia

  • Список ВУЗов Греции — …   Википедия

  • Критский Институт Технологического Образования — Институт Технологического Образования Крита (греч. Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Κρήτης) Год основания 1983 Расположение …   Википедия

  • Критский институт технологического образования — Институт Технологического Образования Крита (греч. Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Κρήτης) Год основания 1983 …   Википедия

  • διαφωτισμός — Ιδεολογικό και πολιτιστικό κίνημα του 18ου αι., που επεκτάθηκε σχεδόν σε όλους του κύκλους των πνευματικών ανθρώπων της Ευρώπης, αλλά είχε τα κέντρα ακτινοβολίας του και τους σημαντικότερους εκπροσώπους του αρχικά στην Αγγλία και αργότερα κυρίως… …   Dictionary of Greek

  • εξέταση — I Δοκιμασία ή σύνολο δοκιμασιών που αποβλέπουν στον έλεγχο των γνώσεων των μαθητών και στην απονομή ενός τίτλου σπουδών. Συναφής προς την ε. όρος είναι ο διαγωνισμός, αλλά οι δύο έννοιες διαφέρουν ουσιαστικά μεταξύ τους ως προς τον σκοπό, το… …   Dictionary of Greek

  • λύκειο — Το ανώτατο σκέλος της ελληνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Παλαιότερα, οι αντίστοιχες τάξεις του λ. υπάγονταν στο γυμνάσιο και λ. ονομάζονταν μόνο τα ιδιωτικά σχολεία και μερικά εκπαιδευτικά ιδρύματα (όπως το Βαρβάκειο), στα οποία… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»