-
1 διδοις
διδοῖς, διδοῖσθα -
2 διδοισθα...
διδοῖσθα...διδοῖς, διδοῖσθα
См. также в других словарях:
διδοῖς — δίδωμι Aër. pres subj act 2nd sg δίδωμι Aër. pres ind act 2nd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)