Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

βαλλη-

См. также в других словарях:

  • βάλλῃ — βάλληι , βάλλις plant fem dat sg (epic) βάλλω throw pres subj mp 2nd sg βάλλω throw pres ind mp 2nd sg βάλλω throw pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βάλληι — βάλλις plant fem dat sg (epic) βάλλῃ , βάλλω throw pres subj mp 2nd sg βάλλῃ , βάλλω throw pres ind mp 2nd sg βάλλῃ , βάλλω throw pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βαλλητύς — βαλλητύς, η (Α) 1. η βολή 2. γιορτή της Δήμητρας στην Ελευσίνα με λιθοβολισμό μεταξύ των νέων. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η άποψη κατά την οποία ο όρος βαλλητύς είναι δάνειο που συνδέεται παρετυμολογικά με το βάλλω λόγω της μορφής του θέματός του… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»