Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

αἰγιαλῖτις

См. также в других словарях:

  • αἰγιαλῖτις — αἰγιαλίτης fem nom sg αἰγιαλῖτις fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αερίτις — ( ιδος) χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα στη φράση «αερίτις ζώνη», που δήλωνε τη ζώνη τού αέρα πάνω από έδαφος ενός κράτους, η οποία βρισκόταν στα όρια βολής τηλεβόλου. Η ζώνη αυτή, που μπορούσε έτσι να ελέγχεται από ένα κράτος, αποτελούσε και χώρο… …   Dictionary of Greek

  • επαιγιαλίτις — ἐπαιγιαλῑτις, η (Α) αυτή που βρίσκεται στον γιαλό, στην παραλία. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + αιγιαλίτις «αυτή που βρίσκεται στον αιγιαλόν»] …   Dictionary of Greek

  • αἰγιαλῖτιν — αἰγιαλίτης fem acc sg αἰγιαλῖτις fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰγιαλίτιδα — αἰγιαλί̱τιδα , αἰγιαλίτης fem acc sg αἰγιαλί̱τιδα , αἰγιαλῖτις fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰγιαλίτιδας — αἰγιαλί̱τιδας , αἰγιαλίτης fem acc pl αἰγιαλί̱τιδας , αἰγιαλῖτις fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰγιαλίτιδος — αἰγιαλί̱τιδος , αἰγιαλίτης fem gen sg αἰγιαλί̱τιδος , αἰγιαλῖτις fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»