Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

Φαέϑοντος

См. также в других словарях:

  • Φαέθοντος — φαέθω shine masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαέθοντος — φαέθω shine pres part act masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • PHAETHON — Clymenes Nymphae et Solis filius fuisse dicitur, qui cum Epapho, Iovis filio, non cederet, seque Solis filium esso gloriaretur, hunc falso gloriari inquit Epaphus, teste Ovidiô, Met. l. 1. v. 748. Huic Epaphus, magni genitus de semine tandem… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Τιθωνός — Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Λαομέδοντα και της Στρυμώς, και αδελφός του Πριάμου. Τον ερωτεύτηκε η Ηώς, η θεά της αυγής, και απέκτησαν μαζί τον Μέμνονα. Η Ηώς παρακάλεσε τον Δία να κάνει τον Τ. αθάνατο, αλλά λησμόνησε να του ζητήσει να του… …   Dictionary of Greek

  • Φαέθουσα — Μυθικό πρόσωπο, κόρη του Ήλιου. Όπως αναφέρει ο Όμηρος, αυτή και η αδελφή της Λαμπετίη φύλαγαν τις ιερές αγέλες με τα βόδια του πατέρα τους στο νησί Θρινακία. Μητέρα της ήταν η Νέαιρα ή η Ρόδη και αδελφός της ο Φαέθων. Με το ίδιο όνομα αναφέρεται …   Dictionary of Greek

  • ηλιάς — I (9ος αι. π.Χ. – από το εβραϊκό Ελιγιάχου= ο Γιαχβέ είναι ο Θεός μου). Βιβλικό πρόσωπο, Ιουδαίος προφήτης. Ο H., ο οποίος έζησε στα χρόνια του βασιλιά Αχαάβ, όταν η ειδωλολατρία είχε εξαπλωθεί στο Ισραήλ με την επιρροή της φοινικικής καταγωγής… …   Dictionary of Greek

  • μέροψ — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γιος του Τριόπα ή του Ύαντα. Βασίλευε στο νησί της Κω, το οποίο ονομαζόταν Μερόπη από το όνομά του, αλλά και Κως από την κόρη του. Παιδιά του ήταν επίσης η Ηπιόνη, γυναίκα του Ασκληπιού, και ο… …   Dictionary of Greek

  • τριτάλας — αινα, αν, ΜΑ τρεις φορές τάλας*, πολύ δυστυχισμένος («τριτάλαιναι κόραι Φαέθοντος», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επιτ. τρι * + τάλας «δυστυχής»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»