Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

Τελφοῦσα

См. также в других словарях:

  • Τέλφουσα — Τελφούσα fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θέλπουσα ή Τέλφουσα — Αρχαία πόλη της Αρκαδίας, στην αριστερή όχθη του Λάδωνα. Πήρε την ονομασία της από τη νύμφη του ποταμού. Άκμασε στους κλασικούς χρόνους και διέθετε ιερά του Ασκληπιού, των Ολυμπίων θεών κλπ …   Dictionary of Greek

  • Τελφούσης — Τελφούσα fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τελφούσῃ — Τελφούσα fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τέλφουσαν — Τελφούσα fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Thelpusa — (griechisch Θέλπουσα, auch als Telphusa (Τέλφουσα) oder Thelphusa (Θέλφουσα) überliefert) ist in der griechischen Mythologie eine arkadische Nymphe. Ihr Vater war der Flussgott Ladon.[1] Sie war namensgebend für die gleichnamige Stadt… …   Deutsch Wikipedia

  • ТЕЛЬФУСА — (Τέλφοΰσα), в греческой мифологии нимфа одноимённого источника в Беотии. Вблизи её источника собирался основать святилище Аполлон, но Т., не желая уступать место и славу великому богу, убедила его отправиться в Дельфы, где Аполлон и основал храм …   Энциклопедия мифологии

  • Τειρεσίας — Θηβαίος μυθολογικός ήρωας μάντης. Διάφορες εκδοχές αναφέρουν πώς απέκτησε τη μαντική του δύναμη. Η γνωστότερη αφηγείται, ότι στο όρος Κυλλήνη ο Τ. είδε δύο φίδια ζευγαρωμένα· αυτός τα χώρισε (ή σκότωσε το θηλυκό) και για τον λόγο αυτό έγινε… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»