-
1 πελοποννασιστι
-
2 Πελοποννασιστί
Πελοποννᾱσιστί, Πελοποννασιστίindeclform (adverb) -
3 Πελοπόννησος
A the Peloponnesus, h.Ap.250, Hermipp.45, etc. ; οἱ Πελοποννήσιοι, Hdt.2.171, etc. ;Aὄνομα Πελοποννήσιον Aen.Tact.27.1
: Adj., ὁ ΠελοποννησιακὸςAτὰ Πελοποννησιακά Str.14.2.9
: Adv., [full] Πελοποννᾱσιστὶ λαλεῖνtalk in the Peloponnesian, i.e. Dorian, dialect, Theoc.15.92.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Πελοπόννησος
См. также в других словарях:
Πελοποννασιστί — Πελοποννᾱσιστί , Πελοποννασιστί indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελοποννασιστί — Α επίρ. κατά την διάλεκτο τών Πελοποννησίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < Πελοπόννησος + επιρρμ. κατάλ. ιστί, πιθ. μέσω αμάρτυρου *πελοποννᾱσίζω] … Dictionary of Greek