-
1 Κρηναιαι
-
2 λιβας
(λ. ἱερά Soph.; λιβάδες κρηναῖαι Anth.)
πετρίνα πιδακόεσσα λ. Eur. — стекающая со скалы влага;δακρύων λιβάδες Eur. — потоки слез;ὥσπερ ἐκ λιβάδων Plut. — словно ручейками, т.е. постепенно
См. также в других словарях:
κρηναῖαι — κρηναῖος of fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Crinaeae — Greek deities series Primordial deities Titans and Olympians Aquatic deities Chthonic deities … Wikipedia
Ninfa — Para otros usos de este término, véase Ninfa (desambiguación). Ninfas y sátiro de William Adolphe Bouguereau (1873). En la mitología griega, una ninfa (en … Wikipedia Español
Θήβα — Πόλη (υψόμ. 180 μ., 21.211 κάτ.) του νομού Βοιωτίας, έδρα του δήμου Θηβαίων και, παλαιότερα (έως το 1997), της ομώνυμης επαρχίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, σε ίση απόσταση από τον Ευβοϊκό και τον Κορινθιακό κόλπο, στο κέντρο μιας… … Dictionary of Greek