Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

Εὐμενίδες

См. также в других словарях:

  • Εὐμενίδες — the gracious goddesses fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευμενίδες — (eumenidae). Υποοικογένεια υμενοπτέρων εντόμων της οικογένειας των βεσπιδών. Ονομάζονται και σφήκες χτίστες με κυριότερο εκπρόσωπό τους το γένος ευμένης. Οι ε. χτίζουν τις φωλιές τους στη γη ή στα κλαδιά των δέντρων με λάσπη, άλλοτε καθεμία φωλιά …   Dictionary of Greek

  • Ευμενίδες — οι άλλη ονομασία των Ερινύων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Евмениды — (Εΰμενίδες, подразум. θεαί) милостивые, благожелательные (богини) одно из названий женских божеств, наиболее известных под именем эриний, у римлян фурий, что значит гневные, яростные, богини мстительницы; именуются также величавыми (Πότιαι),… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Εὐμενίδα — Εὐμενίδες the gracious goddesses fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐμενίδας — Εὐμενίδες the gracious goddesses fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐμενίδεσσι — Εὐμενίδες the gracious goddesses fem dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐμενίδων — Εὐμενίδες the gracious goddesses fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐμενίς — Εὐμενίδες the gracious goddesses fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐμενίσι — Εὐμενίδες the gracious goddesses fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐμενίσιν — Εὐμενίδες the gracious goddesses fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»