-
1 Δάμαρις
Δάμαρις, ιδος, ἡ Damaris name of an Athenian converted by Paul Ac 17:34. The fragmentary state of SEG XI, 669 (IV–III B.C.) does not permit a reliable restoration in that inscription; cp. the restoration in IG V/1, 972 (II A.D.). On the view that this name is a variant of Damalis (the rdg. of Lat. vers. h [s. Merk app.]) s. Hemer, Acts 232, esp. n. 34 (to the lit. add Bechtel 589 w. ref. to IG XII, 7, which reads: [Δ]άμαλις); s. also Hdb. ad loc.; Beginn, IV 220. LGPN I 113. -
2 Δάμαρις
{собств., 1}Афинянка, уверовавшая во Христа после проповеди ап. Павла в ареопаге (Деян. 17:34).*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > Δάμαρις
-
3 Δάμαρις
{собств., 1}Афинянка, уверовавшая во Христа после проповеди ап. Павла в ареопаге (Деян. 17:34).*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > Δάμαρις
-
4 Δάμαρις
Дамарь (женщина из города Афины, обращенная через проповедь ап. Павла).Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > Δάμαρις
-
5 1152
{собств., 1}Афинянка, уверовавшая во Христа после проповеди ап. Павла в ареопаге (Деян. 17:34).*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > 1152
См. также в других словарях:
Δάμαρις — (1ος αι. μ.Χ.). Αθηναία η οποία δέχτηκε τον χριστιανισμό, όταν άκουσε την ομιλία του Απόστολου Παύλου στον Άρειο Πάγο. Αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων (IZ’, 33), μαζί με τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, τον οποίο παντρεύτηκε, όπως προσθέτει… … Dictionary of Greek
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
Αθηνών, Ιερά Αρχιεπισκοπή — Εδρεύει στην Αθήνα. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 144 ενοριακοί ιεροί ναοί, 12 κοιμητηρίων και 9 μοναστηριακοί, στους οποίους υπηρετούν 486 εφημέριοι και 40 διάκονοι. Για την πλέον άρτια και αποδοτική περιφερειακή οργάνωση υφίστανται οι παρακάτω… … Dictionary of Greek
ДИОНИСИЙ АРЕОПАГИТ — [греч. Διονύσιος ὁ ᾿Αρεοπαγίτης; лат. Dionysius Areopagita], сщмч. (пам. 3 окт., 4 янв. в Соборе 70 апостолов, пам. зап. 9 окт.), афинский аристократ, обращенный ап. Павлом в христианство во время проповеди в ареопаге. Согласно церковной традиции … Православная энциклопедия