Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Δρόμιος

См. также в других словарях:

  • Δρόμιος — Δρόμιος, ο (Α) επίθετο του Ερμή στην Κρήτη ως προστάτη τών αγώνων δρόμου …   Dictionary of Greek

  • Δρόμιος — god of the race course masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δρόμιος — (I) δρόμιος, ο (Α) στη μετρική ο πους υυ υ. (II) ο εντομολ. πολύ μικρό ζωηρόχρωμο έντομο, με μακρύ και πλατύ σώμα που ζει σε υγρές τοποθεσίες, ιδιαίτερα ανάμεσα στις ρίζες και κάτω από τους φλοιούς τών δέντρων (οικογ. καραβίδες) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»