Перевод: со всех языков на греческий
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Русский
ἱκτέρ
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
ηπατίτιδα — Φλεγμονή του ήπατος. Μπορεί να οφείλεται σε ιούς, σε φάρμακα (συμπεριλαμβανομένου και του αλκοόλ) και σε δηλητήρια. Διακρίνονται διάφοροι τύποι η. ανάλογα με τον αιτιολογικό παράγοντα: η.Α (παλαιότερα γνωστή ως λοιμώδης). Προκαλείται από τον ιό… … Dictionary of Greek
ολεθριώ — ὀλεθριῶ, άω (Α) κοντεύω να πεθάνω, είμαι ετοιμοθάνατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄλεθρος + κατάλ. ιῶ / ιάω, δηλωτική ασθένειας (πρβλ. ικτερ ιώ)] … Dictionary of Greek
ολεθριώδης — ὀλεθριώδης, ῶδες (Α) (γλώσσ. τού Ησύχ. στη λ. λευγαλέν) ολέθριος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄλεθρος, υπό την επίδραση τού ὀλεθριῶ (πρβλ. ικτερ ιώδης, κοπιώδης)] … Dictionary of Greek