Перевод: со всех языков на греческий
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
ἰάσασθαι
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
ἰάσασθαι — ἰά̱σασθαι , ἰάομαι j aor inf mp (doric aeolic) ἰάζω aor inf mid … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εκφαυλίζω — (AM ἐκφαυλίζω) μσν. νεοελλ. κάνω κάτι ή κάποιον φαύλο, ευτελή, χειρότερο από ηθική άποψη, εξευτελίζω, διαφθείρω, εξαχρειώνω, εκφυλίζω «η φτώχεια εκφαυλίζει τους ανθρώπους» «έπειτα από κάθε πόλεμο τα ήθη εκφαυλίζονται» μσν. αρχ. περιφρονώ, θεωρώ… … Dictionary of Greek
συντρίβω — ΝΜΑ [τρίβω] 1. κάνω κομμάτια, θρυμματίζω, κατακομματιάζω (α. «το αυτοκίνητο συνετρίβη μετά τη σύγκρουση» β. «πρῶτον μὲν συνέτριβον τὰ σκευάρια», Αισχίν.) 2. (σχετικά με μέλη τού σώματος) σπάζω, κάνω θρύψαλα 3. μτφ. α) καταστρέφω ολοσχερώς,… … Dictionary of Greek