Перевод: со всех языков на греческий
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Русский
ἐτιναξα
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
ἐτίναξα — τινάσσω shake aor ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐτίναξ' — ἐτίναξα , τινάσσω shake aor ind act 1st sg ἐτίναξε , τινάσσω shake aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ξετινάζω — 1. τινάζω ή κινώ κάτι με δύναμη για να φύγει η σκόνη 2. μτφ. α) καταστρέφω κάποιον οικονομικώς («τόν ξετίναξαν στα χαρτιά») β) απογυμνώνω κάποιον από τα επιχειρήματα που προβάλλει, καταρρίπτω με λόγους ή γραπτώς τις γνώμες ή τις ιδέες που… … Dictionary of Greek
τινάζω — τινάσσω, Ν ΜΑ, και λόγιος τ. τινάσσω Ν 1. κινώ κάτι με μεγάλη δύναμη, κλονίζω, τραντάζω (α. «νεραντζούλα φουντωμένη, πού ναι τ άνθη σου, φύσηξε βοριάς κι αέρας και τά τίναξε», δημ. τραγούδι β. «αὐτὰρ ἔνερθε Ποσειδάων ἐτίναξε γαῑαν ἀπειρεσίην», Ομ … Dictionary of Greek