Перевод: со всех языков на греческий
- Со всех языков на:
- Английский
ἐκήρυξε
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
ἐκήρυξε — ἐκήρῡξε , κηρύσσω to be a herald aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επίτροπος — Το πρόσωπο που έχει αναλάβει τη διαχείριση των συμφερόντων άλλου προσώπου ή φορέα. Πρόκειται για τιμητικό λειτούργημα, συνήθως άμισθο. Ο ε. διαθέτει την εξουσία, συνήθως προσωρινή, για την εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν τις υποθέσεις τρίτου,… … Dictionary of Greek