Перевод: со всех языков на греческий
- Со всех языков на:
- Немецкий
ἈΓΛΊἈ
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
αγλιά — η βλ. αγκλιά … Dictionary of Greek
αγκλιά — και αγκλία και αγκιλιά και αγλιά και αντλιά, η [αντλία] 1. μεταλλικό, ξύλινο ή δερμάτινο σκεύος με το οποίο αντλείται νερό από πηγάδι ή πηγή ή διοχετεύεται υγρό από δοχείο σε δοχείο (αλλιώς κουβάς) 2. κολοκύθα κομμένη κατά μήκος στα δύο, που… … Dictionary of Greek