Перевод: со всех языков на греческий
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский
ἀριστῆας
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
Ἀριστῆας — Ἀριστεύς masc acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀριστῆας — ἀριστεύς those who excel in valour masc acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρίστηας — Ἀρίστευς masc acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεκαδήσω — (Α) θα αποστερήσω («ἀριστῆας κεκαδήσει θυμοῡ και ψυχῆς», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Ο μέλλ. κεκαδήσω και ο αόρ. κέκαδον απαντούν στους επικ. ποιητές ως ρηματ. τ. τού ρ. χάζω «αποστερώ», με το οποίο όμως δεν συνδέονται ετυμολογικά. Οι τ. αυτοί συνδέονται… … Dictionary of Greek
χάζω — Α 1. αφαιρώ κάτι από κάποιον («ἀριστῆας κεκαδήσει θυμοῦ καὶ ψυχῆς», Ομ. Οδ.) 2. αποσύρομαι, οπισθοχωρώ («ὁ δὲ χασάμενος πολεμίχθη», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. χάζω (< *χαδjω) ανάγεται στη συνεσταλμένη βαθμίδα *gheә1 τής ΙΕ ρίζας *ghē «είμαι… … Dictionary of Greek