-
1 ανωτέραις
-
2 ἀνωτέραις
См. также в других словарях:
ἀνωτέραις — ἀνώτερος upper fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ανωτέραις
2 ἀνωτέραις
ἀνωτέραις — ἀνώτερος upper fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)